ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ 1995
Μια εξέγερση μοναδική
Το Πολυτεχνείο 1995 ήταν μια εξέγερση στην κυριολεξία αντικρατική. Κι αυτό όχι επειδή όσοι συμμετείχαν δήλωναν ή ήταν αναρχικοί αλλά από τα χαρακτηριστικά που εκδηλώθηκαν. Η αμεσότητα της δράσης, η αυθόρμητη και ανιδιοτελής αλληλεγγύη προς τους εξεγερμένους στις φυλακές του Κορυδαλλού, στους απεργούς πείνας Χ. Μαρίνο και Κ. Καλαρέμα, το ξέσπασμα των συγκρούσεων και η κατάληψη της Θεολογικής σχολής Θεσσαλονίκης, τις προηγούμενες μέρες, δείχνουν μια ένταση που δεν είναι τυχαία, συμπτωματική ή επετειακή.
1995 – 2005: Δέκα χρόνια (Σημείωση το κείμενο γράφτηκε το 2005) από μια μοναδική εξέγερση. Που επιχειρήθηκε να υποβαθμιστεί και να συκοφαντηθεί ακριβώς γι’ αυτό που ανέδειξε με ξεκάθαρο και σαφή τρόπο: ότι δεν μπορούσε να την καθοδηγήσει και να την εκμεταλλευτεί κανένας πολιτικός και «αγωνιστικός» φορέας.
Μια εξέγερση που ήρθε
μέσα από μια περίοδο έντονων, συγκρουσιακών γεγονότων με αφορμή τις μαθητικές κινητοποιήσεις,
ύστερα από τις παρατεταμένες και συγκρουσιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων στις αστικές συγκοινωνίες (ΕΑΣ), στις οποίες η συμολή των αναρχικών υπήρξε ουσιαστική
μετά από τις διαρκείς συγκρούσεις στους δρόμους, που οδήγησαν το κράτος στα πογκρόμ των ημερών του πολυτεχνείου 1994, όπου συνελήφθησαν άτομα από καταλήψεις και στη συνέχεια μεγάλος αριθμός αναρχικών και νεολαίων που βρίσκονταν στο Πολυτεχνείο με πανώ και τραπεζάκια με έντυπα επί της Πατησίων.
Οι συλλήψεις των εκατό περίπου ανθρώπων στις «επιχειρήσεις» αυτές ήταν μια πράξη αντιποίνων στις συγκρούσεις που είχαν προηγηθεί στο πολυτεχνείο
Σ’ απάντηση αυτής της κατασταλτικής ενέργειας, πραγματοποιήθηκε κατάληψη του χώρου και αποχή ενός μεγάλου αριθμού αγωνιζόμενων από την πορεία. Από τους χιλιάδες καταληψίες του χώρου απαιτήθηκε η άμεση απελευθέρωση των φυλακισμένων. Πράγμα που έγινε. Τις βραδινές ώρες ξέσπασαν συγκρούσεις στην οδό Στουρνάρη ανάμεσα σε αναρχικούς και δυνάμεις των ΜΑΤ. Έτσι για μια ακόμη φορά αποδείχτηκε πως η άμεση δράση και η βίαιη αντιπαράθεση προς το κράτος είναι ικανή να μετατρέψει σε μπούμεραγκ την καταστολή. Η κατάληψη του 1994 ήταν μια σημαντική επιτυχία των αναρχικών και των αγωνιζόμενων ανυπόταχτων νεολαίων.
Μέσα σ’ ένα τέτοιο κλίμα, οι διαχειριστές των κρατικών υποθέσεων κλυδωνίζονταν δύο μόλις χρόνια μετά την επανείσοδό τους στην εξουσία, ενώ οι ανεξέλεγκτες δραστηριοποιήσεις στο μαθητικό χώρο συνεχίζονταν, με την ουσιαστική συμβολή των αναρχικών. Η εφαρμογή του εκσυγχρονιστικού σχεδιασμού έβρισκε συνεχή εμπόδια. Η εξέγερση στις φυλακές Κορυδαλλού ήταν μια σπίθα που ενεργοποίησε όλες τις δυνατότητες για να ανάψει μια μεγάλη φωτιά στους κάμπους της εξουσίας.
Η κατάληψη του Πολυτεχνείου από αναρχικούς και αντιεξουσιαστές ήταν μια φυσιολογική αντίδραση. Δεν χωράει κανενός είδους αμφιβολία πως αυτό το «στημένο» ραντεβού έμοιαζε με πολλά άλλα όπως αυτό του 1973, της 23 Ιούλη του 1975, της πορείας του Πολυτεχνείου του 1980, όπου οι αναρχικοί, οι αντιεξουσιαστές και οι αυτόνομοι περίμεναν υπομονετικά στη σειρά τους μέσα στις εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτών για να δώσουν τα «διαπιστευτήριά» τους στην εξουσία, όπως τόσα και τόσα «στημένα» ραντεβού που έκαναν τους κρατιστές να «χάσουν τα αυγά και τα καλάθια».
Σ’ αυτό το «ραντεβού» είναι που αναγκάσθηκε το κράτος σε περικύκλωση και εισβολή ανήμερα της «επετείου», για πρώτη φορά μετά το 1973. Ένα γεγονός για το οποίο μόνο τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία (για δικούς τους βέβαια λόγους) μπόρεσαν να κάνουν παραλληλισμούς προβάλλοντας σε διπλά καρέ την εισβολή του τανκ το 1973 με τις επιθέσεις και την εισβολή των δυνάμεων καταστολής και την αιχμαλωσία 504 αναρχικών, αντιεξουσιαστών και ανυπότακτων νεολαίων του 1995. Οι αναρχικοί και οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι έχουν αποδείξει πως ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε συνεπείς σε αυτού του είδους τα ραντεβού. Χωρίς να υπολογίζουν το επιφανειακό κόστος της κρατικής καταστολής, που επισείουν οι επαγγελματίες Κασσάνδρες που συνεπικουρούν την αδράνεια και την υποταγή.
Η κατάληψη του Πολυτεχνείου 1995 είναι ένα γεγονός με κοινωνική σημασία.
Μέσα από αυτό το γεγονός γκρεμοτσακίστηκαν μύθοι και ένα σωρό ψευδολογίες που χρησιμοποιούσε μέχρι τότε το κράτος και τα ΜΜΕ, προκειμένου, μέσα από τη συκοφαντία, να στρέψουν την κοινωνία ενάντια σε αγωνιζόμενους ανθρώπους και ιδιαίτερα στους αναρχικούς, έτσι ώστε να κερδηθεί, με αυτό τον τρόπο, η συναίνεση στην εφαρμογή της κρατικής βίας. Αλλά κι ακόμα παραπέρα, να εφαρμοστούν τα αντιανθρώπινα σχέδια του κράτους συνολικότερα με την μικρότερη δυνατή αντίδραση αλλά και με κατοχυρωμένη την «κατακραυγή» σ’ όσους αντιπαρατίθενται σ’ αυτά.
Είχαμε λοιπόν μια εξέγερση ενός ζωντανού κομματιού της κοινωνίας, που αντιπαρατέθηκε, όπως συνηθίζει να το κάνει τα τελευταία χρόνια, με τον πηγαίο δυναμισμό του απέναντι σ’ όλα όσα οι τύραννοι απεργάζονται και οι βολεμένοι δεν θέλουν να δουν.
Αντιπαρατέθηκε ακριβώς γιατί μπόρεσε να πιάσει με άμεσο τρόπο τα όσα οι δυνάστες της ανθρώπινης ζωής με μεθοδικό και απάνθρωπο τρόπο εφαρμόζουν πάνω στην κοινωνία.
Αντιπαρατέθηκαν όλοι μαζί στο συνεχιζόμενο βιασμό της ανθρωπινότητας που γίνεται μέσα από τη συνεχή αποβλάκωση που επιχειρεί το κράτος και τα ΜΜΕ,
στην πανταχού παρούσα εκδηλωμένη βία των οργάνων της εξουσίας που αλωνίζουν τους δρόμους, τα σπίτια, δημόσιους χώρους και επεμβαίνουν ασύδοτα στην ατομική συμπεριφορά και στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων (μπλόκα, εξακριβώσεις στοιχείων, συλλήψεις και ξυλοδαρμοί ανυποψίαστων ανθρώπων και ιδιαίτερα νεολαίων κλπ),
στη συνεχή συμπίεση της ζωής των ανθρώπων, που γίνεται προκειμένου ν’ αυξηθούν τα κέρδη των εκμεταλλευτών, να γεμίσουν τα κρατικά ταμεία και να αυξηθούν οι παχυλές αμοιβές των κρατικών υπαλλήλων και των δυνάμεων που έχουν εκπαιδευτεί αποκλειστικά να κτυπούν και να δολοφονούν όσους εξεγείρονται ενάντια στις απάνθρωπες συνθήκες,
στους ξυλοδαρμούς των συνταξιούχων, οι οποίοι μη αντέχοντας άλλο είχαν βγει στους δρόμους ζητώντας απλά και μόνο να μπορούν να επιβιώνουν,
στη βία που ασκούνταν ενάντια στους εργαζόμενους στα ναυπηγεία, που έβλεπαν να χάνουν έστω και αυτό τον στοιχειώδη τρόπο επιβίωσης, που τους δινόταν μέχρι τότε,
στις άθλιες συνθήκες που επικρατούν στα κάθε είδους «ιδρύματα κοινωνικής βοήθειας και περίθαλψης» όπως συνηθίζουν να τα ονομάζουν,
στάθηκαν στο πλευρό της εξέγερσης των φυλακισμένων, αλλά και σε κάθε εξέγερση και δράση που αντιστρατεύεται και αντιπαρατίθεται στους εχθρούς του ανθρώπινου γένους.
Αν αυτοί και τόσοι άλλοι λόγοι δεν είναι αρκετοί για να εξεγερθεί κανείς, τότε του αξίζει να πεθαίνει καθημερινά αργά και βασανιστικά μέσα στις συνθήκες που άλλοι έχουν φτιάξει γι’ αυτόν.
Μόνο που ας έχει υπ’ όψη, πως όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται λεύτεροι, μετά σκλαβώνονται. Οι σκλάβοι εξεγείρονται κι απελευθερώνονται.
Όσοι αποδέχονται την σκλαβιά σαν όρο και τρόπο ζωής έχουν μετατραπεί σε δούλους. Οι δούλοι και οι τύραννοι έχουν χάσει τα ανθρώπινα στοιχεία τους και δεν πρόκειται να τα ξαναποκτήσουν.
Είχαμε, λοιπόν, μια ΕΞΕΓΕΡΣΗ που όπως κάθε παρόμοια κοινωνική πρακτική θέλει να εξαπλωθεί και να ενώσει τις δυνατότητες και τις προοπτικές της με όλους τους αγωνιζόμενους ανθρώπους.
Κι αυτό φάνηκε σ’ όλο το διάστημα των συγκρούσεων όπου γύρω από τους αποκλεισμένους δρόμους που οδηγούσαν στο Πολυτεχνείο βρίσκονταν συγκεντρωμένοι άνθρωποι, κυρίως νέοι, που κυνηγιόντουσαν από τους κρατικούς μισθοφόρους και συγκρούονταν μαζί τους προκειμένου να μπορέσουν να φτάσουν κοντά στο Πολυτεχνείο και να ενωθούν με τους εξεγερμένους.
Φάνηκε και μετά την εισβολή των ένοπλων συμμοριών του κράτους στο Πολυτεχνείο (εισβολή που πραγματοποιήθηκε με τις ευλογίες του πρύτανη των ΜΑΤ Μαρκάτου και τις υπογραφές άβουλων και πειθήνιων στις προσταγές του κράτους καθηγητών), όταν άνθρωποι που βρίσκονταν στους γύρω δρόμους επιτέθηκαν σε περιπολικά την ίδια στιγμή που οι συλληφθέντες οδηγούνταν με στις κλούβες στην ασφάλεια.
Ποιοι είναι οι μύθοι που γκρεμίστηκαν;
Ο πρώτος και σημαντικότερος μύθος είναι αυτός που αφορά τον εορτασμό της επετείου του Πολυτεχνείου. Όταν οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι λένε: «Το Πολυτεχνείο δεν ήτανε γιορτή» το εννοούν. Τα λόγια πρέπει να γίνονται πράξεις κι όχι ιερές προσηλώσεις σε φράσεις που χαϊδεύουν όμορφα τ’ αυτιά αλλά που δεν εφαρμόζονται ποτέ ή εκφωνούνται προκειμένου να γίνεται προπαγάνδα σε κάποιους «αμύητους».
Ο κοινωνικός αγώνας δεν είναι εξυπνάδες και παχιά λόγια. Είναι βαθειά πεποίθηση του δίκαιου και άμεση δράση για την ανάδειξη και την απόκτησή του.
Το αμέσως επόμενο που κατέρρευσε ήταν η ψευδολογία για 50 «γνωστούς-αγνώστους». Το πρωί του Σαββάτου 18 Νοέμβρη οι κατασκευαστές και υποστηριχτές αυτής της συκοφαντίας (που δεν είναι η μοναδική) κατάπιαν τη γλώσσα τους, όταν είδαν το μέγεθος και τον δυναμισμό των 500 ανθρώπων, που παρέμειναν στο χώρο αν και θα μπορούσαν να τον εγκαταλείψουν. Αυτών που για 13 ολόκληρες ώρες αντιμετώπισαν τις καταιγίδες των αερίων και τις επιθέσεις των ένστολων συμμοριών του κράτους δείχνοντας πόσο σημαντική είναι η έμπρακτη κοινωνική αλληλεγγύη.
Τέλος, ένα ακόμα ψέμα του κράτους και των οργάνων του πετάχτηκε στα σκουπίδια.
Πρόκειται για την περίφημη καταστροφολογία. Αυτή τη φορά, αποδείχτηκε πως αυτό το επιχείρημα δεν έστεκε και δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί απέναντι σε μια εξέγερση. Απλώς χρησιμοποιήθηκε σαν πρόσχημα από τους Πρυτανικούς και τα ΜΜΕ προκειμένου να έχουν κάποιο άλλοθι για την άδεια εισβολής των ΜΑΤ. Ήταν ένα ισχνό ψέμα αρκετό μόνο για τους χάφτες και για να μπορέσει η σύγκλητος του ΕΜΠ να συνεχίσει τα κλαψουρίσματα προκειμένου να τσεπώσει κι άλλα χρηματικά ποσά από τα ταμεία του κράτους.
https://www.youtube.com/watch?v=MlYBivq3gXYΣίγουρα καταστροφές θα υπήρχαν αν οι εξεγερμένοι δεν έσβηναν την φωτιά που προκλήθηκε από τα δακρυγόνα στην αίθουσα τελετών της Αρχιτεκτονικής σχολής, στις 3:30 το πρωί του Σαββάτου 18 Νοέμβρη 1995. Η επανάληψη του εγχειρήματος εμπρησμού της πρυτανείας τον Οκτώβρη του 1991, απέτυχε.
Μπροστά, λοιπόν, στην έλλειψη καταστροφών, στην τεχνητή αλλά ανεπιτυχή δημοσίευση φωτογραφιών από τις φωτιές που ανάφτηκαν από τους εξεγερμένους προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα αέρια που έπεφταν ασταμάτητα, το κράτος επιστράτευσε το «επιχείρημα» της καμένης σημαίας, νομίζοντας πως μ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα της εξέγερσης. Αλλά από τους αγωνιζόμενους αυτό το σύμβολο μίσους πάντα πρέπει να καταστρέφεται μαζί με όσα συμβολίζει. Πάντα θα ΦΑΝΤΑΖΕΙ ΩΡΑΙΑ ΚΑΜΕΝΗ Η ΣΗΜΑΙΑ!
Μια λαϊκή θυμοσοφία αναφέρει πως «κανένας προφήτης δεν αναγνωρίζεται σαν τέτοιος από τους συντοπίτες του». Αυτό έχει μια πολύ μεγάλη δόση αλήθειας. Ο λόγος είναι πως στις περισσότερες περιπτώσεις μικρότητες και πολιτικές σκοπιμότητες (που συνήθως ταυτίζονται) προσπαθούν να επισκιάσουν την ειλικρινή και ανεπιτήδευτη δράση των εξεγερμένων. Άλλωστε αυτό δεν συνέβη και το 1973; Προσπάθησαν να δαγκώσουν το χέρι της εξέγερσης, για να αναγκαστούν πολύ σύντομα να «γυρίσουν το φύλλο» και να οικειοποιηθούν αγώνες που συκοφάντησαν και πολέμησαν.
Οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι γνωρίζουν πως η εξέγερση αντιπαρέρχεται τις κάθε είδους μικρότητες. Γιατί η εξέγερση και η στιγμή της σύγκρουσης δεν σταματούν μπροστά στις όποιες φοβίες καλλιεργούνται από τις βολεψιματικές λογικές, που αποσκοπούν στην ιδεολογική, κοινωνική και ατομική καταστολή. Είναι άλλωστε μια μεγάλη αλήθεια πως οι εξεγέρσεις δεν έχουν σχέση με τις ζυγαριές κάποιου μικρόψυχου μπακάλη. Αν ήταν έτσι καμιά μεγάλη ή μικρή εξέγερση, καμιά επανάσταση δεν θα είχε γίνει και δεν θα είχε ευοδωθεί. Άλλωστε πως είναι δυνατόν να εκθειάζεται η κατάληψη ενός χώρου για οικιστικούς, αντιπληροφόρησης, αυτοδιαχείρισης, επικοινωνίας και εναλλακτικών τρόπων ζωής και αυτοοργάνωσης και να αντιπαρέρχεται μια κατάληψη ενός χώρου όπως το Πολυτεχνείου που για 32 ολόκληρα χρόνια παραμένει και θα παραμένει το αδιατάρακτο σημείο αναφοράς και δράσης σε αντικρατικούς και κοινωνικούς αγώνες.
Οι συκοφαντικοί μύθοι, που διαχύθηκαν από τους επιτήδειους, για δήθεν καταγραφή από το κράτος των συλληφθέντων, θύμισαν την μικροαστική νοοτροπία που καλλιεργούνταν στους νέους «να έχουν καθαρό μητρώο για να βρουν μια θέση στο δημόσιο». Να μείνουν δηλαδή μια ζωή δουλοπρεπείς αν όχι ολοκληρωτικά δούλοι. Ξέχασαν όμως τη διαρκή καταγραφή από το δίκτυο ελέγχου και παρακολούθησης που έχει στηθεί από το κράτος και την ανεκτικότητα στις αμέτρητες προσαγωγές που γίνονταν και γίνονται καθημερινά και τις «εξακριβώσεις στοιχείων».
Προσπάθησαν να μειώσουν τη σημασία τους εξεγερτικού γεγονότος παραθέτοντας εικονικά και συκοφαντικά γεγονότα και εξαρτώντας τη σημασία της εξέγερσης από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ανθρώπων που συμμετείχαν. Αστειότητες των εχθρών της ατομικής και κοινωνικής απελευθέρωσης. Φαντασιακές εξουσιαστικές λογικές που ζητούν (εργατίστικα κλπ) αγωνιστικά διαπιστευτήρια προκειμένου να φέρουν στα μέτρα τους την ανθρώπινη και κοινωνική αλληλεγγύη και την εξεγερτική δυναμική των αγωνιζόμενων ανθρώπων.
Κι όμως. Σε πείσμα όλων το ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ 1995 ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΞΕΚΑΘΑΡΗ ΑΝΤΙΚΡΑΤΙΚΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗ. Σαν τέτοια βρέθηκε αντιμέτωπη όχι μόνο με τις εγκληματικές συμμορίες του κράτους (ΜΑΤ και φασίστες) αλλά είχε να αντιμετωπίσει και το σύνολο των πολιτικών κομμάτων. Και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Αφού, οι δρόμοι της σύγκρουσης και της εξέγερσης ανήκουν σ’ αυτούς που παλεύουν για ένα καλύτερο κόσμο, χωρίς κράτη κι αφεντικά, χωρίς εξουσία, καταπίεση κι εκμετάλλευση.
Μέχρι τότε η ΕΚΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΤΑΓΜΕΝΩΝ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΤΑΘΕΡΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΠΙΕΣΜΕΝΩΝ ΚΙ ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΩΝ, βάζοντας στην άκρη τις λογικές που θέλουν να εκτρέψουν τις συγκρουσιακές πρακτικές σε μίζερες και απομονωμένες ενέργειες.
Δέκα χρόνια μετά, μπορούμε να επαναλάβουμε, χωρίς ίχνος αμφιταλάντευσης, πως οι εξεγέρσεις δεν υποτάσσονται, δεν υποκύπτουν, δεν εκφοβίζονται, δε λογοδοτούν στους κρατιστές και τα όργανά τους. Το τελευταίο, άλλωστε, δείχθηκε έμπρακτα και από τη στάση άρνηση παρουσίας στα δικαστήρια εκατοντάδων από τους συλληφθέντες.
Δέκα χρόνια μετά αποδείχνεται πως τίποτε δεν μπόρεσε να σπιλώσει την ουσία ενός εξεγερτικού γεγονότος όπως η κατάληψη του Πολυτεχνείου το 1995.
Γιατί, ΠΑΝΤΟΤΕ ΤΟ ΔΙΚΙΟ ΘΑ ΤΟ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΟΙ ΚΙ ΟΧΙ ΟΙ ΡΟΥΦΙΑΝΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΕΝΟΙ.
(Δημοσιεύτηκε από Συσπείρωση Αναρχικών)
http://www.anarchypress.gr/[ Τα κείμενα Ημέρες μνήμης και εξέγερσης, δύο κορυφαίες στιγμές: ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ 1985 – ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ 1995 (Μέρος Α΄ & Β΄) δημοσιεύτηκαν στην αναρχική εφημερίδα ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φύλλο 44)