Η Huerta Grande της Federación Anarquista Uruguaya - FAU
Η Huerta Grande είναι ένα εμβρυικό ντοκουμέντο του νοτιοαμερικανικού
Especifismo (ειδική αναρχική οργάνωση). --- Γράφτηκε το 1972, λίγο πριν
επιβληθεί το κτηνώδες στρατιωτικό καθεστώς στην Ουρουγουάη το 1973. ---
Μόλις πρόσφατα άρχισε η πρώτη αγγλική του μετάφραση κατά τμήματα και η
δημοσίευσή τους στο Anarkismo.net σε συνέχειες ανά βδομάδα. --- Όπως
είπαμε πριν, το Huerta Grande γράφτηκε το 1972 ως εσωτερικό ντοκουμέντο
της Federación Anarquista Uruguaya (FAU - Αναρχική Ομοσπονδία
Ουρουγουάης) λίγο πριν το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1973. --- Η FAU
ιδρύθηκε αρχικά το 1956, από αναρχικούς αγωνιστές με σκοπό ν' αποτελέσει
μια ειδική αναρχική οργάνωση.
Ήταν η πρώτη οργάνωση που έθεσε σε εφαρμογή την οργανωτική θεωρία του
Especifismo. Επίσης, βοήθησε στη δημιουργία και συγκρότηση αρκετών άλλων
αναρχικών οργανώσεων στην περιοχή και ειδικά της Federação Anarquista
Gaúcha (FAG - Αναρχική Ομοσπονδία Gaúcha - περιοχή της Βραζιλίας).
Pedro Ribeiro (από την αμερικάνικη αναρχοκομμουνιστική οργάνωση Amanecer)
“Huerta Grande” - Federación Anarquista Uruguaya
Υλικό για εσωτερική συζήτηση για το ζήτημα της θεωρίας το 1972.
Για να καταλάβουμε τι γίνεται (τις περιστάσεις), είναι απαραίτητο να το
κατανοήσουμε σωστά. Και για να το κατανοήσουμε σωστά πρέπει να είμαστε
σε θέση να οργανωθούμε και να δράσουμε σύμφωνα με τα γεγονότα που
συσσωρεύονται μέσα στην πραγματικότητα.
Χωρίς θεωρία κάποιος διατρέχει τον κίνδυνο να εξετάζει κάθε πρόβλημα
ατομικιστικά, σε απομόνωση, ξεκινώντας από απόψεις που σε κάθε περίπτωση
ή ενδέχεται να είναι διαφορετικές ή εξετάζοντάς τις με βάση
υποκειμενικότητες, εικασίες ή φήμες κ.λπ.
Το κόμμα κατάφερε ν’ αποφύγει σοβαρά λάθη επειδή ήμασταν ικανοί να
σκεφτούμε βασιζόμενοι σε απόψεις που χαρακτηρίζονταν από ένα σοβαρό
επίπεδο συνοχής. Έκανε, επίσης, σοβαρά λάθη εξαιτίας της
αναποτελεσματικής ανάπτυξης της θεωρητικής μας σκέψης ως οργάνωσης.
Για να προτείνουμε ένα πρόγραμμα πρέπει να γνωρίζουμε καλά την
οικονομική, πολιτική και ιδεολογική πραγματικότητα της χώρας μας. Το
ίδιο είναι απαραίτητο στην κατεύθυνση του να συγκροτήσουμε μια πολιτική
γραμμή που να είναι αποτελεσματικά ξεκάθαρη και συγκεκριμένη. Εάν δεν
γνωρίζουμε καλά ή και καθόλου την πραγματικότητα δεν θα έχουμε πρόγραμμα
αλλά μόνο μια αρκετά γενική γραμμή, που θα είναι δύσκολο να αναπτυχθεί
στους χώρους όπου παρεμβαίνουμε. Εάν δεν έχουμε ξεκάθαρη γραμμή δεν θα
έχουμε αποτελεσματική πρακτική. Η πολιτική θέληση του κόμματος τότε
διατρέχει τον κίνδυνο να εξανεμισθεί. Ο "εθελοντισμός" στη δράση
καταλήγει να γίνεται οτιδήποτε μόνο γίνεται, κάτι σαν βλακεία. Αλλά
γινόμαστε ανίκανοι να δράσουμε με έναν προκαθορισμένο τρόπο στα γεγονότα
που συμβαίνουν, βασιζόμενοι σε προγνώσεις κατά προσέγγιση. Εξαρτόμαστε
από τα γεγονότα και δρούμε με βάση αυτά αυθόρμητα, χωρίς σχέδιο.
Χωρίς γραμμή για θεωρητική δουλειά, μια οργάνωση, ανεξάρτητα από το πόσο
μεγάλη είναι, θα άγεται και θα φέρεται από τις περιστάσεις και δεν θα
μπορεί ν’ αναπτύσσεται και να δρα ανάλογα. Η πολιτική γραμμή προϋποθέτει
πρόγραμμα, που σημαίνει στόχους να εκπληρωθούν σε κάθε βήμα. Το
πρόγραμμα υποδεικνύει ποιες δυνάμεις είναι με το μέρος μας, ποιες είναι
εναντίον μας και ποιες είναι προσωρινοί μας σύμμαχοι. Αλλά για να το
γνωρίζουμε αυτό πρέπει να γνωρίζουμε πολύ καλά την πραγματικότητα της
χώρας μας. Γι' αυτό η απόκτηση αυτής της γνώσης είναι τώρα το πρώτιστο
καθήκον μας. Και για να γνωρίζουμε χρειαζόμαστε μια θεωρία.
Το κόμμα χρειάζεται ένα ξεκάθαρο σχήμα ώστε να είναι ικανό να σκεφτεί
συνεκτικά για την κατάσταση στη χώρα και την περιοχή καθώς και τους
αγώνες του διεθνούς προλεταριάτου διαμέσου της ιστορίας του. Πρέπει να
έχουμε ένα αποτελεσματικό περίγραμμα για να οργανώσουμε και να δώσουμε
προτεραιότητα στην αυξανόμενη μάζα πληροφοριών όσον αφορά την
οικονομική, πολιτική και ιδεολογική πραγματικότητα. Πρέπει να έχουμε μια
μέθοδο ανάλυσης αυτών των πληροφοριών, για να δούμε ποιες από αυτές
είναι σημαντικές, ποιες έρχονται πρώτες και ποιες μετά, ώστε να
διευθύνουμε σωστά τις δυνάμεις μας στο μέτωπο αυτό της όλης δουλειάς
μας. Ένα σχήμα ιδεών που να μάς επιτρέπει να συνδέσουμε το ένα ζήτημα με
το άλλο σε μια συστηματική και συνεκτική σειρά και να κάνουμε αυτά που
θέλουμε με τη μαχητικότητα του κόμματός μας. Ένα σχήμα που μάς φέρνει
κοντά σε παραδείγματα του πώς να παρέμβουμε με τις απόψεις μας αυτές σε
άλλους που δρουν με βάση διαφορετικές πραγματικότητες.
Αλλά το αντικείμενο αυτό, του να γνωρίζουμε τη χώρα μας, πρέπει να το
θέσουμε μόνοι μας σε εφαρμογή, επειδή κανείς άλλος δεν θα το κάνει για μας.
Δεν προτείνουμε την εφεύρεση θεωρητικών σχημάτων από το τίποτα. Δεν
πρόκειται να δημιουργήσουμε μια νέα θεωρία και κάθε της παρακλάδι. Ο
λόγος γι' αυτό είναι μια γενική οπισθοδρόμηση του κινήματος και των
συγκεκριμένων θεσμών του καθώς και η έλλειψη από μέρους μας της
διαθεσιμότητας του να αναλάβουμε αυτό το καθήκον.
Γι' αυτό πρέπει να πάρουμε μια έτοιμη θεωρία και να αρχίσουμε να
επεξεργαζόμαστε τις απόψεις μας με βάση αυτή, αναλύοντάς την κατά
κριτικό τρόπο. Δεν μπορούμε να δεχτούμε κάθε θεωρία με κλειστά μάτια,
χωρίς κριτική, σαν να είναι ένα δόγμα.
Θέλουμε να πραγματοποιήσουμε έναν ολοκληρωτικό μετασχηματισμό της χώρας
μας και δεν πρόκειται να υιοθετήσουμε ως εργαλείο σκέψης τις θεωρίες που
δημιουργήθηκαν από την μπουρζουαζία. Με αστικές απόψεις θα σκεφτόμαστε
όπως θέλει η μπουρζουαζία να σκεφτόμαστε.
Θέλουμε να μελετήσουμε και να προβληματιστούμε για την Ουρουγουάη και
την ευρύτερη περιοχή ως επαναστάτες. Γι' αυτό, ανάμεσα στα στοιχεία που
αποτελούν μέρη των διαφορετικών σοσιαλιστικών ρευμάτων θα υιοθετήσουμε
πάντα αυτά τα στοιχεία που θα μάς βοηθήσουν ακριβώς σ' αυτό: να
επεξεργαστούμε και να αναλύσουμε τη χώρα, την περιοχή και άλλες περιοχές
και εμπειρίες ως επαναστάτες.
Δεν θα υιοθετήσουμε μια θεωρία μόνο επειδή είναι της μόδας. Το να ζεις
επαναλαμβάνοντας "τσιτάτα" που έχουν πει άλλοι σε άλλες περιοχές, σε
άλλες εποχές, σε σχέση με άλλες καταστάσεις και προβλήματα δεν είναι ο
σωστός τρόπος. Η θεωρία δεν είναι γι' αυτό. Μόνο οι τσαρλατάνοι το
κάνουν αυτό.
Η θεωρία είναι ένα εργαλείο, ένα όργανο και χρησιμοποιείται για να
εξυπηρετήσει έναν σκοπό. Υπάρχει για να δημιουργήσει τη γνώση που πρέπει
να παράγουμε. Το πρώτο πράγμα για το οποίο πρέπει να ενδιαφερθούμε είναι
να γνωρίσουμε τη χώρα μας. Εάν αυτό δεν εξυπηρετεί τον σκοπό της
παραγωγής μιας νέας χρήσιμης γνώσης για την πολιτική μας πρακτική, τότε
η θεωρία είναι εντελώς άχρηστη, είναι μόνο θέμα για φλυαρίες και
στερημένη ιδεολογική πολεμική.
Κάποιος που αγοράζει ένα μεγάλο σύγχρονο μηχανικό εργαλείο και αντί να
το χρησιμοποιήσει περνά όλη την του ημέρα μιλώντας μόνο γι' αυτό, δρα
άσχημα είναι ένας τσαρλατάνος. Καλύτερα θα ήταν να συνεχίσει να
εργάζεται με το χέρι μιας και αυτό έκανε πριν.
Μερικές διαφορές μεταξύ Θεωρίας και Ιδεολογίας
Είναι σημαντικό να σημειώσουμε μερικές διαφοροποιήσεις μεταξύ της κοινά
ονομαζόμενης θεωρίας και της ιδεολογίας.
Η θεωρία χρησιμοποιείται για την επεξεργασία οργάνων αντιλήψεων που
χρησιμοποιούνται για να γνωρίζουμε αυστηρά και εμβριθέστατα τη
συγκεκριμένη πραγματικότητα. Και είναι σ' αυτή τη βάση που μπορούμε να
αναφέρουμε τη θεωρία ως ισοδύναμη με την επιστήμη.
Η ιδεολογία, από την άλλη πλευρά, σχηματίζεται από στοιχεία μη
επιστημονικής φύσης τα οποία συνεισφέρουν στο να αποκτήσουμε έναν
δυναμισμό στις δράση μας βασισμένης στις περιστάσεις ότι αν και έχουν
κάτι να κάνουν με τις αντικειμενικές συνθήκες, δεν απορρέουν από αυτές.
Η ιδεολογία καθορίζεται από τις αντικειμενικές συνθήκες αν και δεν
καθορίζονται μηχανικά από αυτές.
Η εμβριθής και η αυστηρή ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, με τους
πραγματικούς, αντικειμενικούς όρους της - αυτή είναι η θεωρητική ανάλυση
με τον περισσότερο σημαντικό πιθανά επιστημονικό της χαρακτήρα. Η
έκφραση των κινήτρων, η πρόταση των αντικειμένων, των φιλοδοξιών, των
ιδανικών στόχων - που ανήκει στη σφαίρα της ιδεολογίας. Ανάμεσα στη
θεωρία και την ιδεολογία υπάρχει μια σφιχτή σύνδεση, από τη στιγμή που
οι προτάσεις της δεύτερης προϋποθέτουν και υποστηρίζονται από τα
συμπεράσματα της θεωρητικής ανάλυσης. Μια ιδεολογία μπορεί να είναι τόσο
αποτελεσματική σαν ένας κινητήρας για μια πολιτική δράση όσο εάν
βασίζεται στα συμπεράσματα της θεωρίας.
Οι επεκτάσεις της θεωρητικής δουλειάς
Η θεωρητική δουλειά είναι πάντα μια δουλειά που βασίζεται και
υποστηρίζεται από τις πραγματικές διαδικασίες, σε ό,τι αυτό συνεπάγεται
στην ιστορική πραγματικότητα, σε ό,τι γίνεται. Ωστόσο, από τη στιγμή που
είναι μια δουλειά που εδράζεται ολοκληρωτικά στο πραγματικό της σκέψης,
δεν υπάρχουν αντιλήψεις που να είναι πιο πραγματικές από άλλες. Είναι
σημαντικό να σημειώσουμε μερικές βασικές σκέψεις στο ζήτημα αυτό:
1) Η διάκριση μεταξύ της υπάρχουσας, συγκεκριμένης πραγματικότητας,
ανάμεσα στις πραγματικές, ιστορικές διαδικασίες και, από την άλλη
πλευρά, στις διαδικασίες που αποκτήθηκαν από τη γνώση και την κατανόηση
αυτής της πραγματικότητας. Με άλλα λόγια, είναι απαραίτητο να
επιβεβαιώσουμε τη διαφορά μεταξύ του υπαρκτού και του νοητού, από την
πραγματικότητα όπως είναι και από αυτήν για την οποία ενδέχεται να
γνωρίζουμε κάτι.
2) Την προτεραιότητα του υπαρκτού από το νοητό, της πραγματικότητας από
τη γνώση. Με άλλα λόγια, είναι πολύ πιο σημαντικό, βαρύνει περισσότερο
ως καθοριστικό στην αλληλουχία των γεγονότων το τι πραγματικά συμβαίνει
στην πραγματικότητα από το τι ενδέχεται να σκεφτόμαστε ή να γνωρίζουμε
για την πραγματικότητα.
Ξεκινώντας από αυτές τις διαβεβαιώσεις, είναι σημαντικό να καταλάβουμε
τις ακριβείς επεκτάσεις της θεωρητικής δουλειάς, δηλαδή, την προσπάθεια
του να κατευθύνουμε τη γνώση με βάση το σκοπό της απόκτησης της αυστηρά
επιστημονικής γνώσης.
Η θεωρητική δουλειά επιτυγχάνεται πάντα με βάση μια προκαθορισμένη πρώτη
ύλη. Δεν έρχεται από το πραγματικά συγκεκριμένο, από την πραγματικότητα
ως τέτοια, αλλά έρχεται από την πληροφορία, τη βάση πληροφοριών και την
αντίληψη αυτής της πραγματικότητας. Η πρωταρχική αυτή ύλη
μεταχειρίζεται, στη διαδικασία της θεωρητικής δουλειάς, από συγκεκριμένα
εννοιολογικά μέσα, συγκεκριμένα όργανα σκέψης. Το προϊόν αυτής της
μεταχείρισης είναι η γνώση.
Με άλλα λόγια, υπάρχουν μόνο πραγματικά, συγκεκριμένα και ατομικά
κατάλληλα αντικείμενα (καθορισμένες ιστορικές συνθήκες, σε καθορισμένες
κοινωνίες, σε καθορισμένες εποχές). Η διαδικασία της θεωρητικής γνώσης
επιζητά να τις μάθει.
Μερικές φορές η εργασία για την απόκτηση γνώσης κατευθύνεται προς
αφηρημένα αντικείμενα που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα, που υπάρχουν
μόνο στη νόηση αλλά που, ωστόσο, είναι αναμφισβήτητα εργαλεία ώστε να
μάθουμε τα πραγματικά αντικείμενα (για παράδειγμα η αντίληψη των
κοινωνικών τάξεων κ.λπ.). Γι' αυτό, στη διαδικασία της παραγωγής της
γνώσης κάποιος μετασχηματίζει την πρώτη ύλη (μια επιπόλαια αντίληψη
πραγματικότητας) σε ένα προϊόν (μια αυστηρά επιστημονική γνώση γι' αυτή).
Ο όρος "επιστημονική γνώση" πρέπει να ορίζεται με βάση τη σχέση της με
την κοινωνική πραγματικότητα. Απευθυνόμενη σ' αυτή την πραγματικότητα, η
κατανόησή της αναφέρεται σε ακριβείς όρους στην καλύτερη προσέγγιση της
πραγματικότητας ως τέτοιας.
Πρέπει να ειπωθεί ότι αυτή η διαδικασία μάθησης της κοινωνικής
πραγματικότητας, όπως και κάθε άλλη μελέτη ενός πραγματικού αντικειμένου
είναι ευαίσθητη σε μια απεριόριστα θεωρητική εμβάθυνση. Όπως η φυσική, η
χημεία και άλλες επιστήμες μπορεί να εμβαθύνει την γνώση τους
απεριόριστα όσον αφορά τις πραγματικότητες που συνθέτουν τα αντίστοιχα
αντικείμενα σπουδών, με τον ίδιο τρόπο που μπορεί να εμβαθύνει η
κοινωνική επιστήμη τη γνώση για την κοινωνική πραγματικότητα. Γι' αυτό
είναι ανεπαρκές να περιμένουμε μια "τελειωμένη" γνώση της κοινωνικής
πραγματικότητας ώστε να αρχίσουμε να δρούμε με σκοπό να την αλλάξουμε.
Και δεν είναι λιγότερο ανεπαρκής η προσπάθεια αλλαγής της χωρίς να την
γνωρίζουμε εμβριθώς.
Η αυστηρή επιστημονική γνώση της κοινωνικής πραγματικότητας, του
κοινωνικού μας μετασχηματισμού, θα επιτευχθεί μόνο διαμέσου της δουλειάς
μας με βάση της πληροφορία, τη στατιστική κ.λπ., διαμέσου τρόπων
περισσότερο αφηρημένων εννοιολογικών οργάνων τα οποία είναι δοσμένα και
βοηθούν στη συγκρότηση μιας θεωρίας. Διαμέσου της πρακτικής της θεωρίας
επιζητούμε την παραγωγή αυτών των εννοιολογικών οργάνων, κάθε φορά πιο
ακριβών και πιο συγκεκριμένων, οδηγώντας στη γνώση της συγκεκριμένης
πραγματικότητας της οποίας είμαστε μέρος.
Μόνο διαμέσου μιας επαρκούς θεωρητικής κατανόησης, δηλαδή εμβριθούς και
επιστημονικής, μπορούν να αναπτυχθούν ιδεολογικά στοιχεία (φιλοδοξίες,
αξίες, ιδανικά κ.λπ.) που μπορούν να συνθέσουν ένα επαρκές μέσο για τον
μετασχηματισμό της εν λόγω κοινωνικής πραγματικότητας με συνοχή αρχών
και αποτελεσματικότητα στην πολιτική πρακτική.
Μια αποτελεσματική πολιτική πρακτική απαιτεί, γι’ αυτό, τη γνώση της
πραγματικότητας (θεωρία), την αρμονική αξία της με τις αντικειμενικές
αξίες του μετασχηματισμού (ιδεολογία) και συγκεκριμένα πολιτικά μέσα για
να επιτευχθεί ένας τέτοιος μετασχηματισμός (πολιτική πρακτική). Τα τρία
αυτά στοιχεία συγχωνεύονται σε ένα διαλεκτικό τμήμα που συνιστά την
απόπειρα μετασχηματισμού τον οποίο στοχεύει το κόμμα.
Κάποιος ίσως ρωτήσει: Πρέπει να περιμένουμε για μια ολοκληρωμένη
θεωρητική ανάπτυξη για ν’ αρχίσουμε να δρούμε; Όχι. Η θεωρητική ανάπτυξη
δεν αποτελεί ακαδημαϊκό πρόβλημα, δεν αρχίζει από το μηδέν. Τα θεμέλιά
της, τα κίνητρά της και η ανάπτυξή της στεγάζονται στην ύπαρξη των
ιδεολογικών αξιών, της πολιτικής πρακτικής. Λίγο ή αρκετά σωστό, λίγο ή
αρκετά λάθος, αυτά τα στοιχεία υφίστανται ιστορικά πριν τη θεωρία και
παρακινούν την ανάπτυξή της.
Ο ταξικός πόλεμος υπήρχε αρκετά πριν τη θεωρητική του ανάπτυξη. Οι
αγώνες των εκμεταλλευόμενων δεν περίμεναν την επεξεργασία μιας
θεωρητικής δουλειάς για να δικαιολογήσουν την πραγματοποίησή τους. Η
ύπαρξή τους προηγείται της γνώσης γι’ αυτούς, της θεωρητικής ανάλυσης
για την ύπαρξή τους.
Γι’ αυτό ξεκινώντας απ’ αυτή τη βασική υπόθεση, γίνεται θεμελιακή και
προτεραιότητα δράσης, να έχει μια πολιτική πρακτική. Μόνο διαμέσου
αυτού, διαμέσου της συγκεκριμένης ύπαρξης, στις δοσμένες συνθήκες ή στην
ανάπτυξή της μπορούμε να επεξεργαστούμε ένα χρήσιμο θεωρητικό πλαίσιο.
Ένα τέτοιο πλαίσιο δεν αποτελεί μια αδικαιολόγητη συσσώρευση αφηρημένων
εννοιών με κάποια συνοχή σε όλη τη λογική τους, αλλά χωρίς καμία συνοχή
με ην ανάπτυξη των πραγματικών διαδικασιών. Για να δημιουργήσεις θεωρία
με αποτελεσματικότητα είναι απαραίτητο να δράσεις.
Μπορούμε να δράσουμε χωρίς θεωρία με τη δικαιολογία της άμεσης πράξης;
Όχι. Θα πούμε ότι ίσως υπάρχει μια πολιτική πρακτική που προέρχεται μόνο
από ιδεολογικά κριτήρια, δηλαδή βρισκόμενη ή μη αναποτελεσματικά σε μια
επαρκή θεωρητική ανάλυση. Αυτό είναι κοινό στο περιβάλλον μας.
Κανείς δεν μπορεί να θέσει το επιχείρημα ότι στη δική μας πραγματικότητα
της περιοχής μας στην Αμερική, μια επαρκής θεωρητική ανάλυση, μια
συνεκτική εννοιολογική κατανόηση, δεν είναι κλειστή. Αυτό επίσης
σχετίζεται και με την υπόλοιπη πραγματικότητά μας. Ωστόσο, επί δεκαετίες
δεκαετιών υπάρχει μια διαμάχη, ένας αγώνας. Αυτή η κατανόηση δεν πρέπει
να μάς οδηγεί στο να περιφρονούμε την θεμελιακή σπουδαιότητα της
θεωρητικής δουλειάς.
Στην ερώτηση που τέθηκε πριν πρέπει αν δώσουμε την απάντηση: Αυτό που
περιέχεται στην προτεραιότητα είναι η πρακτική, αλλά πόσο αποτελεσματική
θα είναι αυτή η πρακτική αυτό εξαρτάται στην πιο αυστηρή γνώση που
έχουμε για την πραγματικότητα.
Σε μια πραγματικότητα σαν τη δική μας, στην κοινωνική συγκρότηση της
χώρας μας, η θεωρητική δουλειά πρέπει να αρχίσει, όπως και παντού, από
μια ομάδα αποτελεσματικών θεωρητικών ιδεών, ως μια αργή βάση πληροφοριών
που θα συνιστούσε την πρώτη ύλη για τη θεωρητική πρακτική.
Η βάση αυτή από μόνη της, εξεταζόμενη σε απομόνωση, χωρίς μια επαρκή
θεωρητική εννοιολογική μεταχείριση, δεν πρόκειται να ρίχνει φως στην
πραγματικότητα. Απλώς θα διακοσμήσει και αποκρύψει τις ιδεολογίες στις
οποίες η βάση αυτή των πληροφοριών εφαρμόζεται.
Οι αφηρημένες απόψεις, τα μέσα και οι θεωρίες από μόνες τους, χωρίς
διασταύρωση με μια επαρκή πληροφορία δεν πρόκειται να μάς παρέχει
περαιτέρω γνώση για την πραγματικότητα επίσης.
Η δουλειά στο θεωρητικό επίπεδο που γίνεται στη χώρα μας κανονικά
ταλαντεύεται ανάμεσα σ' αυτές τις δύο λανθασμένες άκρες.
Σύνδεσμος:
http://theleftwinger.wordpress.com/* Όταν αναφέρεται στο κείμενο η λέξη κόμμα εννοείται η οργάνωση, η
Ομοσπονδία, η FAU, και όχι η λέξη κόμμα με τη σημερινή πολικάντικη,
στενή της έννοια.
** Δημοσιεύτηκε στο
http://www.anarkismo.net Ελληνική μετάφραση «Ούτε
Θεός-Ούτε Αφέντης», Οκτώβρης 2009