Latest topics | » Εξορμηση στους δρομους της Λευκωσιας by Askaso Tue 17 Dec 2013, 10:35 pm
» ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ κατά της αστυνομικής βίας και της ρατσιστικής στοχοποίησης 8/12 by informa Mon 09 Dec 2013, 6:15 am
» Με λένε εξέγερση. by Askaso Mon 18 Nov 2013, 2:04 am
» 9/11/13-ΛΕΥΚΩΣΙΑ-ΚΥΠΡΟΣ:Πανο αλληλεγγυης στους κατοικους χαλκιδικης by Askaso Sun 10 Nov 2013, 5:53 pm
» Δράση Ανώνυμους στο κέντρο της Λευκωσίας by informa Thu 07 Nov 2013, 3:29 am
» Anti-Depression Operation | 2 year anniversary Occupy Buffer Zone by informa Thu 24 Oct 2013, 1:01 am
» The Biggest Scam In The History Of Mankind - Hidden Secrets of Money by informa Fri 18 Oct 2013, 10:10 am
» ΚΥΠΡΟΣ: Αντιφασιστικές διαδηλώσεις για την δολοφονία του Παύλου Φύσσα [BINTEO] by TribalNetworking Thu 03 Oct 2013, 7:18 am
» ΛΕΜΕΣΟΣ: ΠΟΡΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΑ "ΠΑΥΛΟΥ ΦΥΣΣΑ" ΑΠΟ ΧΡΥΣΑΥΓΙΤΕΣ by informa Sun 22 Sep 2013, 10:06 am
» ΠΟΡΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΑ "ΠΑΥΛΟΥ ΦΥΣΣΑ" ΑΠΟ ΧΡΥΣΑΥΓΙΤΕΣ | 19/9 by informa Sat 21 Sep 2013, 3:59 pm
» Ρουμανία: Οι διαδηλωτές νίκησαν το μεγαλύτερο ορυχείο της Ευρώπης by sabate Wed 11 Sep 2013, 11:43 pm
» Ταινία : ΝΑ ΜΗΝ ΖΗΣΟΥΜΕ ΣΑΝ ΔΟΥΛΟΙ (Aύγουστος 2013) by informa Wed 04 Sep 2013, 6:47 am
» Eλευθεριακό / αντιεξουσιαστικό κάμπιγκ | Antiauthoritarian / Libertarian Camp | **PHOTOS ** by informa Wed 04 Sep 2013, 6:11 am
» μπροσούρα (και βίντεο): “O ζωικός κόσμος και η μηχανή καταπίεσης του πολιτισμού απο μια αναρχική οπτική” by adamasto Mon 02 Sep 2013, 8:13 pm
» Eλευθεριακό / αντιεξουσιαστικό κάμπιγκ στα Πλατάνια | Antiauthoritarian / Libertarian Camp at the campsite of Platania by oorestisime Mon 19 Aug 2013, 5:55 pm
» Egypt | LIVE streams by informa Fri 16 Aug 2013, 8:37 pm
» Antimilitarist Peace Operation: LIVE on Radio Manolis by informa Wed 14 Aug 2013, 10:23 pm
» Antiauthoritarian / Libertarian Camp | Platania, Cyprus 2013 by informa Mon 12 Aug 2013, 6:21 pm
» EPISTOLI APO TON Σ.Κ.Α.Λ by informa Sat 10 Aug 2013, 5:14 pm
» Anarchist education by chaplin Thu 08 Aug 2013, 7:40 pm
» Πάτρα: Εκκένωση 3 καταλήψεων στις 6:30 περίπου το πρωί by Paloukadoros Mon 05 Aug 2013, 5:58 pm
» Save the Limni Area. Save the Turtles! (Video) by informa Sun 28 Jul 2013, 12:27 am
» ANTIFA LEAGUE CYPRUS #1 by ccc Sun 21 Jul 2013, 6:03 pm
» AntiMilitarist Barış Harekâtı/Αντιμιλιταριστική Ειρηνική Επιχείρηση/AntiMilitarist Peace Operation 2013 by ccc Sun 21 Jul 2013, 6:02 pm
» Παρεμβαση αντιφασιστων/αντιφασιστριων by Askaso Sun 21 Jul 2013, 2:08 am
» Κουτι οικονομικης ενισχυσης για το Κωστα Σακκα by Askaso Thu 18 Jul 2013, 6:23 am
» Αποφυλάκιση του Κ. Σακκά by chaplin Thu 11 Jul 2013, 6:22 pm
» Εξόρυξη χρυσού και άλλων μετάλλων στην Κύπρο by chaplin Wed 10 Jul 2013, 5:05 pm
» Φωτογραφίες από την Χιπχόπ συναυλία Αλληλεγγύης σε Μετανάστες και Πρόσφυγες | Σκαπούλα by informa Wed 03 Jul 2013, 7:20 am
» Αλληλεγγύη στον αναρχικό πολιτικό κρατούμενο Κ. Σακκά by chaplin Fri 28 Jun 2013, 3:20 pm
|
|
| Η κατάσταση του Συνδικαλιστικού Κινήματος και τα καθηκοντά των Κομμουνιστών από Κίνηση για Ανασύνταξη του ΚΚΕ 1918-55 part 1 | |
| | Author | Message |
---|
salagos
Number of posts : 1153 Age : 56 Registration date : 2009-08-13
| Subject: Η κατάσταση του Συνδικαλιστικού Κινήματος και τα καθηκοντά των Κομμουνιστών από Κίνηση για Ανασύνταξη του ΚΚΕ 1918-55 part 1 Wed 14 Oct 2009, 5:58 pm | |
| Αγώνας για τη δημιουργία πρωτοβάθμιων σωματείων σ’ όλους τους χώρους δουλειάς. Ισότιμη συμμετοχή των μεταναστών προλετάριων στα σωματεία. Πλήρης ένταξη των ανέργων στα σωματεία τους με τα ίδια δικαιώματα. Μορφή λειτουργίας που να βοηθά τη συμμετοχή της «νέας εργατικής βάρδιας»
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ
Αγώνας για τη δημιουργία πρωτοβάθμιων σωματείων σ’ όλους τους χώρους δουλειάς
Ισότιμη συμμετοχή των μεταναστών προλετάριων στα σωματεία
Πλήρης ένταξη των ανέργων στα σωματεία τους με τα ίδια δικαιώματα
Μορφή λειτουργίας που να βοηθά τη συμμετοχή της «νέας εργατικής βάρδιας»
Δεν είναι τυχαίο πως παλιοί και νέοι σοσιαλδημοκράτες έχουν οδηγήσει με τη ρεφορμιστική τους γραμμή εδώ και χρόνια το συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας, σε βαθιά παραλυσία και πλήρη αδυναμία στήριξης των αμυντικών αγώνων της εργατικής τάξης.
Βασικό τους μέλημα είναι ακριβώς η επίτευξη της ολοκλήρωσης των διαλυτικών τους ενεργειών μέσα στην εργατική τάξη. Πρόκειται για την απάντησή τους στο στόχο των κομμουνιστών για την ενότητα της τάξης και τη συσπείρωσή της σε ενιαία μαζικά συνδικάτα, που θα ενώσουν τη μεγάλη πλειοψηφία της τάξης και θα αποτελέσουν σχολειό για την αυτοσυνείδηση της μέσα από την «συνάντηση» των αρχών της επαναστατικής θεωρίας της εργατικής τάξης με τις πλατιές προλεταριακές μάζες, στους καθημερινούς μεγάλους και μικρούς αγώνες ενάντια στις επιθέσεις των κεφαλαιοκρατών.
Όπως άλλωστε έχει αναφερθεί στην προκήρυξη της φετινής Πρωτομαγιάς του 2009, ο ηγέτης του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος Ιωσήφ Στάλιν, τόνιζε ήδη από τα 1925:
«Που έγκειται η δύναμη της σοσιαλδημοκρατίας στη Δύση;
Στο γεγονός ότι στηρίζεται στα συνδικάτα. Που έγκειται η αδυναμία των κομμουνιστικών μας κομμάτων στη Δύση; Στο γεγονός ότι δεν έχουν πετύχει στενή σύνδεση με τα συνδικάτα και ότι ορισμένα στοιχεία δε θέλουν καν να πετύχουν στενή σύνδεση με τα συνδικάτα. Γι’ αυτό, το κύριο καθήκον των κομμουνιστικών κομμάτων της Δύσης στην τωρινή περίοδο είναι, να αναπτύξουν και να διεξάγουν ως το τέλος την καμπάνια για την ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος, να βάλουν σε όλους ανεξαίρετα τους κομμουνιστές το καθήκον, να μπουν στα συνδικάτα, να κάνουν εκεί συστηματική υπομονετική δουλειά για το συμφέρον της ενότητας της εργατικής τάξης ενάντια στο κεφάλαιο και να πετύχουν έτσι, ώστε να μπορούν τα κομμουνιστικά κόμματα να στηρίζονται στα συνδικάτα» ( Ι.Β. Στάλιν: Άπαντα ,τόμος 7, σελ. 115-116, εκδοτικό της ΚΕ του ΚΚΕ, 1953).
Κι αν στα χρόνια του μεσοπόλεμου, οι παλιοί σοσιαλδημοκράτες δούλευαν για να περάσουν τη συμβιβαστική –προδοτική τους πολιτική μέσα από τα συνδικάτα που η αυθόρμητη προλεταριακή αντίδραση στη κεφαλαιοκρατία και ο ενθουσιασμός από τη νίκη της μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης πύκνωνε, στα χρόνια που ακολούθησαν και μετά τη χρουτστωφική αντεπαναστατική προδοσία, με την απογοήτευση και την «ηττολογία» να μεγαλώνουν, οι παλιοί και οι νέοι πια σοσιαλδημοκράτες, «έδιωχναν» με κάθε τρόπο την εργατική τάξη από τα συνδικάτα, μετατρέποντάς τα σε ανενεργές πουλημένες «σφραγίδες» ώστε να εξυπηρετήσουν την αστική τάξη να στερήσει, όχι μόνο βίαια αλλά και από «τα μέσα», την ενότητα των εργατών και την εκδήλωση των καθημερινών αγώνων για την προάσπιση των διαρκώς μειούμενων δικαιωμάτων τους.
Αντίστοιχα, αν στα 1925 οι κομμουνιστές στις καπιταλιστικές χώρες έπρεπε να ξεπερνούν με τις παρεμβάσεις των ηγετών τους τις παιδικές «υπερεπαναστατικές» αρρώστειες, που όπως αναφέρει ο Δημητρώφ («Ο Φασισμός», σελ.79, εκδόσεις Πορεία) στοίχισαν στην ανεπαρκή απάντηση στον επερχόμενο φασισμό, σήμερα οι μαρξιστές-λενινιστές-σταλινιστές, έχουν σα βασικό τους καθήκον να ενώσουν όλους τους κομμουνιστές (χωρίς εισαγωγικά), στη βάση της επαναστατικής κοσμοθεωρίας του προλεταριάτου και να συμβάλλουν στην ενότητα της εργατικής τάξης, σε ενιαία μαζικά συνδικάτα, χωρίς αποκλεισμούς και απεργοσπαστικές προδοσίες (βλέπε αστειότητες τύπου ΠΑΜΕ που αφορούν όχι τόσο την ερμαφρόδιτη τελική στόχευσή του, αλλά κυρίως τη συνεχή απεργοσπαστική εναντίωσή του σε κοινούς εργατικούς αγώνες), με ισότιμη και ενεργή συμμετοχή τόσο των ταξικών μας αδελφών μεταναστών, αλλά και των αποκλεισμένων -μακροχρόνια κύρια- ανέργων, που αφήνονται στην ατομική τους απελπισία. Κι όλα αυτά σαν απαραίτητο όρο για την αποτελεσματική διεξαγωγή του συνολικού επαναστατικού πολιτικού αγώνα, σε συνθήκες δύσκολες που η προδοσία των χρουτσωφικών έχει δημιουργήσει.
Αυτή ήταν πάντα, η διαλεχτική σύνδεση των επιμέρους μερικών συνδικαλιστικών αγώνων και διεκδικήσεων, με την συνολική προλεταριακή επαναστατική στρατηγική. Όπως αναφέρει ο ηγέτης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος Νίκος Ζαχαριάδης: «….Μέσα απ’ το σχολειό της πάλης για το καθημερινό ψωμί και τα άλλα άμεσα και ζωτικά ζητήματα που έχουν οι εργαζόμενοι, να τους σηκώνεις ως τη συνείδηση για την αναγκαιότητα της πολιτικής πάλης, ως την κατανόηση της ανάγκης ν’ ανατραπεί η εξουσία των εκμεταλλευτών και να εγκαθιδρυθεί η εξουσία του λαού.............,και παραπέρα, .......αυτό σημαίνει, ότι τόσο η πορεία επεξεργασίας του μερικού προγράμματος, όσο και η πάλη για την πραγματοποίηση του προϋποθέτει κι αυτή τον αγώνα σε δυο μέτωπα. Ενάντια στο ρεφορμισμό κάθε μάρκας, ενάντια στους οπορτουνιστές, που παν να νοθέψουν και να ευνουχίσουν τους μερικούς αγώνες υποτάσσοντάς τους στα συμφέροντα των εκμεταλλευτών και τελικά, προδίνοντας τους αγώνες αυτούς, απεργοσπαστικά. Και ενάντια στους εξτρεμιστές, τους σεχταριστές, τους αναρχοσυνδικαλιστές, που ξεπερνούν το απαραίτητο στάδιο-το σχολειό της πολιτικής διαπαιδαγώγησης και συνειδητοποίησης των πλατιών μαζών μέσα απ’ τους μερικούς αγώνες για τα καθημερινά, ζωτικά ζητήματα του λαού-και έτσι, τορπιλίζουν τους αγώνες και καταλήγουν στο ίδιο με το ρεφορμισμό αποτέλεσμα, να διατηρούν δηλαδή και να στηρίζουν την επιρροή και την κυριαρχία των πλουτοκρατών» (Ν. Ζαχαριάδης: Τα προβλήματα καθοδήγησης στο ΚΚΕ, σελ.143& 146, εκδοτικό του ΚΚΕ, 1952)
Και βέβαια οι κομμουνιστές κάνοντας παντού το επαναστατικό διεθνιστικό τους χρέος, παλεύοντας στις συγκεκριμένες συνθήκες της κάθε συγκεκριμένης χώρας και όχι αερολογώντας για «παγκόσμια και πλανητικά» κινήματα-καρτούν όπως οι προδότες τροτσκιστές, αναλύουν το περιβάλλον και τις συνθήκες που δρουν.
Τούτος είναι ο λόγος που αξίζει να κοιταχθεί, ξεκινώντας και καταλήγοντας στο «σήμερα» του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα και τα στοιχεία της ιστορικότητάς του, που έχουν επηρεάσει τόσο την πορεία όσο και το επίπεδο ανάπτυξής του. Εδώ θα φανεί πως οι υπαρκτές ιδιαιτερότητες της κατάστασης του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, πρέπει να ληφθούν υπόψη, όχι γιατί συνιστούν μια κατάσταση που ανατρέπει τις βασικές μπολσεβίκικες αρχές για τους μερικούς αγώνες του προλεταριάτου και τη δουλειά στα συνδικάτα αλλά ακριβώς για να υπάρξει η συγκεκριμένη δράση- παρέμβαση, βασισμένη στις αρχές αυτές, που θα στηρίζεται στέρια στη γνώση αυτών των ιδιαιτεροτήτων .
ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Από το ιδρυτικό συνέδριο της ΓΣΕΕ ( 8-10 Νοέμβρη του 1918) και την κατ’ αρχή συντριπτική αποδοχή σε αυτό της «πάλης των τάξεων» σαν κυρίαρχης αρχής που καθορίζει τη γενική στάση του συνδικαλιστικού κινήματος, το εργατικό κίνημα ακολούθησε παράλληλη πορεία με εκείνη της ανάπτυξης του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος, στην εσωτερική του διαμάχη με τους – σε κάθε περίπτωση – εκφραστές του ρεφορμισμού και της ταξικής συμφιλίωσης, άσχετα από διαφορές εκδηλώσεων και της προς τα έξω «εικόνας». Και ασφαλώς όλα τα παραπάνω, καθορισμένα από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στην Ελλάδα, που από την αρχή και μέχρι σήμερα, αποτελεί την αντικειμενική οικονομική βάση που καθορίζει κάθε έκφραση του υποκειμενικού παράγοντα.
Όπως αναφέρει ο Γιάννης Κουζής, που παρά την μη κομμουνιστική του θεώρηση αποτελεί αξιόπιστη επιστημονική πηγή άντλησης στοιχείων και γι αυτό αυτά θα χρησιμοποιηθούν (Διδάσκει εργασιακές σχέσεις από το 1995 στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου και από το 1991 είναι επιστημονικός σύμβουλος του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ ):
«…… Με βάση τα παραπάνω, το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα ακολούθησε ιστορικά την καθυστερημένη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στην Ελλάδα σε σχέση με την αναπτυγμένη βιομηχανικά Ευρώπη, όπου τα σπέρματα της βιομηχανικής ανάπτυξης συνετέλεσαν στη δημιουργία των πρώτων συνδικάτων από τις αρχές του 19ου αιώνα στην Αγγλία. Ήδη στα μέσα του ίδιου αιώνα αρχίζουν να εμφανίζονται μαζικά τα συνδικάτα στην Αγγλία, το Βέλγιο, τη Γερμανία, τη Γαλλία κλπ. Αντίθετα, στην Ελλάδα, μόλις το 1879 δημιουργείται το πρώτο συνδικάτο από τους εργάτες ξύλου των ναυπηγείων της Σύρου, ενώ στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα αρχίζει να αναπτύσσεται το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα. Το 1914 αναγνωρίζεται το δικαίωμα σύστασης σωματείων, νομική μορφή με την οποία εμφανίζονται τα συνδικάτα μέχρι και σήμερα, ενώ τον Οκτώβριο του 1918 ιδρύεται η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ), ως αποκορύφωμα αγώνων για την οργανωτική ενότητα και τον συντονισμό της δραστηριότητας του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος. Τα δύο τελευταία γεγονότα ευνοήθηκαν από το κλίμα εκσυγχρονισμού και μεταρρυθμίσεων που εισήγαγε η πολιτική του Ε. Βενιζέλου, κατά τη δεκαετία του 1910 παράλληλα με την αναζήτηση επιβολής μορφών ελέγχου στη δυναμική που εκφράζουν τα συνδικάτα και ο κοινωνικός χώρος που εκπροσωπούν»
Ασφαλώς και απουσιάζει από τη συγκεκριμένη αναφορά, τόσο η – μόλις 4 ημέρες πριν – ίδρυση του ΣΕΚΕ,(στις 4 Νοέμβρη του 1918 στα γραφεία του Συνδέσμου Μηχανικών Ατμοπλοίων στον Πειραιά), όσο και κύρια, η τεράστια προωθητική δύναμη της μεγάλης Οχτωμβριανής Επανάστασης , που συγκλόνισε και λειτούργησε καταλυτικά στο παγκόσμιο εργατικό κίνημα όλου του κόσμου. Παρόλα αυτά είναι ακριβής τόσο η εικόνα για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, όσο και η ανάλυση για τη προσπάθεια των αστικών κομμάτων της πλουτοκρατίας να ελέγξουν το εργατικό κίνημα «πυρακτωμένο» από τον Οχτώβρη και τη μπολσεβίκικη απάντηση των μαρξιστών-λενινιστών-σταλινιστών, πως η διχτατορία του προλεταριάτου δεν είναι ουτοπία, αλλά μια πραγματικότητα που μπορεί να πραγματωθεί σε κάθε ξεχωριστή χώρα, αν οι κομμουνιστές κερδίσουν και καθοδηγήσουν τη πλειοψηφία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, βασισμένοι στις αρχές της επαναστατικής τους κοσμοθεωρίας και αναλύσουν τις συγκεκριμένες ανάγκες της συγκεκριμένης χώρας που αγωνίζονται.
Τα παραπάνω, έβαλαν τη σφραγίδα τους και στο ιδρυτικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ, όπου η μεν αίγλη της νικηφόρας σοσιαλιστικής επανάστασης, καθόρισε τη «θεσμική» νίκη στην αναφορά της ταξικής πάλης, αλλά η άγουρη, και μη μπολσεβικοποιημένη, χωρίς ακόμη δομή και δυνατότητα ανάλυσης της ελληνικής κατάστασης, πρωτόλεια και εσωτερικά αντιφατική φυσιογνωμία του ΣΕΚΕ, επέτρεψε στους εκφραστές της ταξικής συμφιλίωσης να πλειοψηφήσουν τελικά στην εκλογή της πρώτης διοίκησης της ΓΣΕΕ.
Εδώ δεν πρέπει να ξεχαστεί, πως και πριν το 1918, με βάση την προτροπή του ιδρυτικού συνεδρίου της Β’ Διεθνούς (20 Ιούλη του 1889) για τη καθιέρωση της Πρωτομαγιάτικης μέρας αγώνα για το Οχτάωρο, μετά την απόφαση του 1884 της νεοσύστατης τότε, Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας, είχαν ήδη δημιουργηθεί οι πρώτες μαχητικές εκδηλώσεις με αποκορύφωση τη πρώτη Πρωτομαγιάτικη εκδήλωση στην Αθήνα (2 Μάη του 1893, ημέρα Κυριακή και ώρα 5μ.μ. οι Σοσιαλιστές της ομάδας Καλλέργη και εργαζόμενοι συγκεντρώθηκαν στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο), όπου σημειωτέον ο Γιάννης Κορδάτος ανέφερε από λάθος σαν μέρος τους Στύλους του Ολυμπίου Διός (Γιάννη Κορδάτου: «Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», εκδόσεις «Μπουκουμάνη», σελ. 65.), αλλά η ιστορική διόρθωση παρατίθεται από τα αρχεία του Δρομάζου (Στάθη Δρομάζου: «Θητεία», Εκδόσεις «Δίφρος», 1966, σελ. 203). Και βέβαια τα επαναστατικά σκιρτήματα του προλεταριάτου, είτε με ίδρυση σωματείων, είτε με αιματηρούς αγώνες, δεν περιορίζονται στη Σύρα με τους πρώτους αγώνες και απεργίες κύρια στα ναυπηγεία, αλλά και στο Λαύριο απέναντι στη μεταλλευτική Γαλλική Εταιρεία CFML με τους χιλιάδες απάνθρωπα εργαζόμενους άντρες και γυναίκες, όπως και στους 4000 εργαζόμενους μεταλλωρύχους στην ίδια αποικιακή εταιρεία στη Σέριφο, που στα 1916 έδωσαν με επικεφαλής τον ντόπιο αναρχοσυνδικαλιστή Σπέρα, ηρωικό αγώνα ενάντια στους μεταφερμένους χωροφύλακες , έκλαψαν νεκρούς, αλλά έριξαν τους χωροφύλακες στη θάλασσα, κέρδισαν μια πρώτη προλεταριακή νίκη όχι μόνο με την ικανοποίηση κάποιων από τα αιτήματά τους, αλλά και παίρνοντας για λίγο έστω στα χέρια τους, τα ίδια μεταλλεία στο Μεγάλο Λειβάδι, παραδίνοντάς τα «πίσω» με μεσολάβηση του παπαδαριού και της ντόπιας «εξουσίας» και αυτό άσχετα από τη γενική πολιτική ανεπάρκεια του ντόπιου αναρχοσυνδικαλιστή και του αντιδραστικού ρόλου του, τα επόμενα χρόνια. (Οι πραγματικοί κομμουνιστές τιμούν την ιστορία της τάξης τους γιατί τιμούν την ίδια εργατική τάξη. Αλλιώτικα δεν θα τιμούσαν με την ίδια κοντόφθαλμη λογική, ούτε καν τη θυσία του Σικάγο. Μια άλλη στάση είναι ξένη στους μαρξιστές-λενινιστές-σταλινιστές). Και το ηρωικό Λαύριο με τις εργαζόμενες γυναίκες κατά πλειοψηφία με τους αγώνες και τις θυσίες του και η Σέριφος των μεταφερμένων Ηπειρωτών εργατών που πήγαν εκεί χωρίς νάχουν δει θάλασσα και δούλευαν 14 ώρες, θα πρέπει επί τέλους να τιμηθούν, ξεπλένοντας κάποιες απ’ τις πολλές «ντροπές» των κάθε απόχρωσης ρεφορμιστών.
Φαίνεται λοιπόν καθαρά, πως απ’ τη μια το συνδικαλιστικό κίνημα ακολουθεί την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και εκδηλώνεται εκεί που υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση παραγωγικών δυνάμεων σε αποικιακού τύπου ξένα πολυεθνικά μονοπώλια και κλάδους όπως η εξόρυξη πρώτων υλών, χαραχτηριστικό καθυστερημένης καπιταλιστικής χώρας, με κύριο χαραχτηριστικό, τον αγώνα για τα μικρά (τα επιμέρους) όπως αναφέρει ο Νίκος Ζαχαριάδης στο έργο που μνημονεύτηκε που ενώνουν και τα πιο ετερόκλητα από επίπεδο συνείδησης, βιωμάτων, καταγωγής, τμήματα της τάξης: «αυτά τα «μικροζητήματα» πρέπει να τ´αντιμετωπίζουμε αμέσως, την ίδια στιγμή που γεννιούνται, όσο το σίδερο είναι ακόμη ζεστό, γιατί τότε στο πύρωμά του ακόμη συγκινεί, αναστατώνει, εξοργίζει, συνενώνει, κινητοποιεί, δραστηριοποιεί, ξεσηκώνει τις μάζες στον κύκλο, όπου ξεσπά. Αν τα πιάσουμε έγκαιρα τότε κινάμε τον κόσμο και τα μεταβάλουμε σε σπίθα, που μπορεί ν’ ανάψει, μικρή η μεγάλη φωτιά, δράση, αγώνα» (Ν. Ζαχαριάδης: Τα προβλήματα καθοδήγησης στο ΚΚΕ, σελ.147, εκδοτικό του ΚΚΕ, 1952)
Η «πύκνωση» της παρουσίας της εργατικής τάξης και συνάμα του συνδικαλισμού, εμφανίζεται κύρια, μετά τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-13 όπου η αύξηση του πληθυσμού σε απόλυτους αριθμούς συμβαδίζει με σημαντική αύξηση της βιομηχανίας (μεταποίηση) σε περισσότερα αστικά κέντρα και όχι αποσπασματικά, ενοποιώντας την εικόνα μιας καθυστερημένης ακόμα αλλά – σε πορεία διαμόρφωσης – καπιταλιστικής χώρας, που μορφοποιεί αργά την «εσωτερική αγορά» της. Προαναφέρθηκε πως το εργατικό κίνημα ακολούθησε σε γενικές γραμμές τη πορεία της ανάπτυξης του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος, στην εσωτερική του διαμάχη με τους – σε κάθε περίπτωση – εκφραστές του ρεφορμισμού και της ταξικής συμφιλίωσης, άσχετα από διαφορές εκδηλώσεων και της προς τα έξω «εικόνας». Και άρα είναι σημαντικό να τονιστεί πως μέχρι την Έκκληση της ΕΕ της Κομμουνιστικής Διεθνούς το 1931 το ΚΚΕ δεν είχε διαμορφώσει τη δική του μαρξιστική-λενινιστική στρατηγική, δεν είχε διαμορφώσει Πρόγραμμα, και έτσι δεν μπορούσε στα πλαίσια του εσωκομματικού φραξιονισμού και της δράσης των λικβινταριστικών στοιχείων στο κόμμα, ν’ αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την κυρίαρχη ιδεολογία της «Μεγάλης Ιδέας» που έβρισκε δρόμους να δηλητηριάσει και το προλεταριάτο και να επικρατήσει στο συνδικαλιστικό κίνημα με τα κάθε λογής βενιζελικά παρακλάδια. Δεν είναι τυχαίο πως και η Έκκληση της ΚΔ και κυρίως η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το 1934 με την ηγετική παρουσία του Νίκου Ζαχαριάδη, έβαλαν σαν πρώτο ζήτημα τη κατάχτηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης και της εξασφάλισης της πλήρους υποστήριξης των στρωμάτων των εργαζόμενων χωρικών, κατά πρώτο λόγο των εργατών γης και των φτωχών χωρικών.
Αποτέλεσμα ήταν, η βαθμιαία κατάχτηση από το επαναστατικό συνδικαλιστικό κίνημα της πλειοψηφίας των οργανωμένων εργατών, τη περίοδο 1931-1936 μέσα από την ενωτική αγωνιστική δράση των κομμουνιστών και των συμμάχων τους και το ξεμπρόστιασμα και την απομόνωση των ρεφορμιστών και σοσιαλφασιστών εργατοπατέρων. Σε μια εποχή δύσκολη μέσα στις συνθήκες γενικευμένης κρίσης, οι κομμουνιστές έδωσαν και κέρδισαν μεγάλες μάχες, καθοδήγησαν τον ηρωικό Μάη του ’36 που ήταν μια ανώτερη μορφή γενικής απεργίας και έδωσε στο ΚΚΕ , σημαντική θετική και αρνητική συσσωρευμένη πείρα , όπως την χαραχτηρίζει ο ηγέτης του Νίκος Ζαχαριάδης, (Ν. Ζαχαριάδης: Τα προβλήματα καθοδήγησης στο ΚΚΕ, σελ.78, εκδοτικό του ΚΚΕ, 1952), εμπειρία και ωριμότητα ιδιαίτερα για την αποτίμηση του γεγονότος, γιατί το φούντωμα της λαϊκής επίθεσης, πρόλαβε η Μεταξική φασιστική διχτατορία, ανάλυση που έγινε στη βάση της μπολσεβίκικης εσωκομματικής λειτουργίας του κόμματος.
Σταθερή επιλογή του επαναστατικού ΚΚΕ σ´ολόκληρη την ένδοξη πορεία του υπήρξε, η προσήλωση στην ενότητα της τάξης ακόμη και σε συνθήκες ανώμαλης φασιστικής επέλασης, σε διχτατορίες, την Κατοχή, τον ηρωικό επαναστατικό αγώνα μετά την απελευθέρωση, όπου είτε με τη μορφή της Ενωτικής ΓΣΕΕ, είτε του Εργατικού ΕΑΜ (ΕΕΑΜ), είτε της ΕΡΓΑΣ. Οι συνδικαλιστικοί αγώνες, ήταν το δέσιμο των μερικών αγώνων, με τον κεντρικό επαναστατικό πολιτικό αγώνα κάθε περιόδου, επιδιώκοντας τη συσπείρωση της τάξης, όχι σε «καθαρή-ιδεολογική» απομόνωση, αλλά σε μορφές που σε ανώμαλες για το κίνημα καταστάσεις, έκφραζαν την ενότητα της τάξης κόντρα στους εργατοπατέρες και τους φασίστες. Γιατί πανάκεια δεν είναι η ανά πάσα στιγμή οργανωτική ενότητα στο ανώτατο επίπεδο εκπροσώπησης πράγμα που αφορά την ταχτική κάθε χώρας και κάθε περιόδου και προσδιορίζεται επιστημονικά κάθε φορά από τους κομμουνιστές: επαναστατική στάση αρχής, ακόμη κι’ αν αυτό δυσκολεύεται από τη στάση του ταξικού εχθρού, είναι η σταθερή έκφραση της ενότητας της τάξης και του επαναστατικού αποτελεσματικού αγώνα, που «δένει» τους μερικούς αγώνες, με την επαναστατική επαναστατική στρατηγική. Γιατί κομμουνιστική αρχή είναι η συσπείρωση και όχι – η «ιδεολογικού άλλοθι» – αποσυσπείρωση της εργατικής τάξης, σε κάθε στιγμή, σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Γιατί οι κομμουνιστές δεν φεύγουν «από κάπου που είναι οι εργάτες». Αντίθετα, όπως είναι κάθετα αντίθετοι στον ρεφορμισμό ακριβώς γι’ αυτό, δεν του χαρίζουν σ´ αυτόν και βέβαια στο φασισμό, κανέναν εργάτη, ακολουθώντας την ταχτική εκείνη που κάθε φορά είναι πιο αποτελεσματική ώστε να εκφράζεται καθαρά, το: είμαστε «εκεί που βρίσκονται οι μάζες», βρισκόμαστε και δουλεύουμε μέσα στις μάζες, δεν κρυβόμαστε σε «καθαρά» λαγούμια απομόνωσης.
Στους προδότες χρουτστωφικούς που τολμούν μέσα από το ρεφορμιστικό πόνημα του Γ. Μαυρίκου «Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα 1918-1948. Δυο γραμμές σε διαρκή αντιπαράθεση», (Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2001), να παρουσιάζουν το απεργοσπαστικό ρεφορμιστικό ΠΑΜΕ και τη δεξιά πολιτική τους σαν την συνέχεια της Ενωτικής ΓΣΕΕ, του Εργατικού ΕΑΜ (ΕΕΑΜ), της ΕΡΓΑΣ, όσο και της ΠΣΟ παγκόσμια, οι επαναστάτες συνδικαλιστές δεν έχουν παρά να παραπέμψουν, σ’ αντίθεση με τα ρεφορμιστικά μυθεύματα, στα γραπτά «κάποιου», που οι μέντορές τους έχουν «κάψει» το Έργο του κατά κυριολεξία, για να γίνει γνωστή η κομμουνιστική θέση αρχής για τη δουλειά στην εργατική τάξη στις πιο ακραίες συνθήκες και εκφρασμένο με τον πιο «ακραίο» μα και καθαρό μπολσεβίκικο τρόπο: «..πρέπει να σταματήσουμε αποφασιστικά να υποτιμάμε τη δουλειά στις φασιστικές μαζικές οργανώσεις. Τόσο στην Ιταλία, όσο και στη Γερμανία και σε μια σειρά άλλες φασιστικές χώρες, οι σύντροφοι προσπάθησαν να καλύψουν την παθητικότητά τους και συχνά μάλιστα και την άμεση άρνησή τους να δουλέψουν μέσα στις φασιστικές μαζικές οργανώσεις, αντιπαραθέτοντας στη δουλειά στις φασιστικές μαζικές οργανώσεις, τη δουλειά στα εργοστάσια. Στην πραγματικότητα όμως, η σχηματική αυτή αντιπαράθεση οδήγησε ακριβώς, στο να πραγματοποιείται η δουλειά τόσο μέσα στις φασιστικές μαζικές οργανώσεις όσο και στα εργοστάσια, εξαιρετικά χλιαρά ή καμία φορά και καθόλου. Αντίθετα, είναι ιδιαίτερα σπουδαίο για τους κομμουνιστές στις φασιστικές χώρες να βρίσκονται παντού όπου είναι οι μάζες. Ο φασισμός πήρε από τους εργάτες τις δικές τους νόμιμες οργανώσεις. Τους επέβαλε τις φασιστικές οργανώσεις, και εκεί βρίσκονται οι μάζες-με εξαναγκασμό ή και κατά ένα μέρος και εθελοντικά. Οι μαζικές αυτές οργανώσεις του φασισμού μπορούν και πρέπει να αποτελούν το νόμιμο και ημινόμιμο πεδίο δράσης μας, όπου θα μπορούμε να ερχόμαστε σε επαφή με τις μάζες. Και πρέπει να αποτελέσουν για μας μια νόμιμη και μια ημινόμιμη αφετηρία για την υπεράσπιση των καθημερινών συμφερόντων των μαζών..................και καταλήγοντας: όποιος δεν κατανοεί την αναγκαιότητα να εφαρμόζουμε μια τέτοια ταχτική, όποιος θεωρεί μια τέτοια ταχτική «εξευτελιστική», μπορεί να είναι ένας εξαίρετος σύντροφος, αλλά – αν μου επιτρέπετε – είναι φαφλατάς και όχι επαναστάτης, που δεν θα μάθει ποτέ να οδηγεί τις μάζες στην ανατροπή της φασιστικής διχτατορίας» (Γκεόργκι Δημητρώφ: «Ο Φασισμός», σελ.67-69, εκδόσεις Πορεία )
Αυτή είναι η μπολσεβίκικη Αρχή: ενώνεις τις μάζες, τις ενεργοποιείς, έρχεσαι σ´επαφή μαζί τους με κάθε τρόπο, αγωνίζεσαι για τη καθημερινότητά τους φέρνοντάς τες σ´επαφή με την επαναστατική θεωρία με τρόπους που ασφαλώς ποικίλουν, αλλά που πάντα ενώνουν την εργατική τάξη. Αλλιώτικα είσαι, με η χωρίς τη θέλησή σου, από την πλευρά της πλουτοκρατίας.
Αυτή ήταν άλλωστε και η μπολσεβίκικη Αρχή που κυριάρχησε με την δημιουργία και τη λειτουργία της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας ΠΣΟ, που έκφρασε την αντιφασιστική συμμαχία στό επίπεδο του συνδικαλιστικού κινήματος ( ιδρυτικό συνέδριο στο Λονδίνο τον Φλεβάρη του 1945). Η δράση των κομμουνιστών στα πλαίσιά της, ήταν στη βάση της ενότητας του προλεταριάτου η συνεπής και ασυμβίβαστη σύγκρουση με τον κάθε λογής ρεφορμισμό (σοσιαλδημοκρατικής και τρεϊντ-γιουνιστικής απόχρωσης). Δεν είναι τυχαίο πως ήταν οι ρεφορμιστές που διέσπασαν τελικά, το 1949 την ΠΣΟ με την καθοδήγηση της CIA, δημιουργώντας τα λεγόμενα «ελεύθερα συνδικάτα», γιατί έτρεμαν την ηγεμονία των μπολσεβίκικων ιδεών μέσα από συνθήκες μιας βαθιάς αντιπαράθεσης, εκφρασμένης μέσα σε συνθήκες μαζικού και δρώντος κινήματος, που οι στρατηγικές κρίνονταν από τις μάζες και μέσα στη ζέση του καθημερινού, του «μερικού» αγώνα. Γι αυτό και δεν δικαιούνται οι αντεπαναστάτες χρουτστωφικοί και οι ρεφορμιστές ηγέτες του ΠΑΜΕ να επικαλούνται τις ηρωικές παρακαταθήκες της ΠΣΟ, πολύ περισσότερο να αυτοπροβάλλονται σαν συνεχιστές της.
Αυτοί και δεν εκφράζουν αυτή την επαναστατική θέση για το συνδικαλιστικό κίνημα του προλεταριάτου, αλλά αντίθετα είναι οι επίγονοι του χρουτστωφικού ρεβιζιονισμού που από τα 1960 και με ολοκλήρωση το 1965, λειτούργησε διαλυτικά και αντεπαναστατικά μέσα στην ΠΣΟ, «χαιδεύοντας» τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, κηρύττοντας την προδοτική γραμμή της «ειρηνικής συνύπαρξης», φτάνοντας στον εξοβελισμό από την ΠΣΟ όσων αντιτάχθηκαν στον αντεπαναστατικό χρουτσωφισμό (Λαική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αλβανίας, Κίνα), αγιογραφώντας ιμπεριαλιστικές κινήσεις των σοβιετικών όπως η επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία, κλπ.
Πράγματι, οι χρουτσωφικοί μας είναι αυθεντικοί επίγονοι και συνεχιστές, των υπεύθυνων για τον εκφυλισμό της ΠΣΟ, της μετεξέλιξης της (μετά από έντονες συγκρούσεις και μάχες των μαρξιστών-λενινιστών-σταλινιστών) τελικά σε ρεφορμιστικό οργανισμό ενάντια στην παγκόσμια εργατική τάξη και τα στρατηγικά της συμφέροντα, πολιτική που χαρακτηρίζει συνολικά την χρουτστωφική προδοτική αντεπανάσταση από τότε μέχρι σήμερα αλλά και στο μέλλον.
συνεχίζεται
anasintaxi.awardspace.com | |
| | | salagos
Number of posts : 1153 Age : 56 Registration date : 2009-08-13
| Subject: part2 Wed 14 Oct 2009, 5:59 pm | |
| Η ΣΥΡΡΙΚΝΩΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΤΗΣ
Αν οι κομμουνιστές δεν «φεύγουν» από κάπου που βρίσκονται οι εργάτες, σε συνθήκες σαν τις σημερινές, που η αποψίλωση συμμετοχής στα συνδικάτα κορυφώνεται, που το πρωτοβάθμιο σωματείο είναι «ζητούμενο», όχι μόνο οι κομμουνιστές αλλά κανείς έντιμος προοδευτικός άνθρωπος, δεν νομιμοποιείται να δίνει ένα χτύπημα παραπέρα, μέσα από μια αποκρουστική παραπέρα γραφειοκρατικοποίηση της λειτουργίας των συνδικάτων και μια φοβική χωρίς αρχές, απεργοσπαστική πολυδιάσπασή τους. Κι αυτό γιατί έτσι, υπηρετεί την εξαφάνιση του συνδικαλιστικού κινήματος σε καθαρό όφελος της πλουτοκρατίας, σε εποχές που η εργατική τάξη βιώνει έναν αντεργατικό μεσαίωνα έχοντας φτάσει στα «όρια της επιβίωσης» της.
Ας κοιτάξουμε λίγο τα αντικειμενικά στοιχεία για να δούμε αν το ζήτημα είναι οι ψευτοεπαναστατικές βολτούλες «μέσα και απέξω» από τα τριτοβάθμια όργανα, όταν τα πρωτοβάθμια φυτοζωούν και παρακμάζουν μέρα τη μέρα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαικού Γραφείου των Ευρωπαικών Συνδικάτων τα τελευταία 20 χρόνια στις χώρες της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, η συμμετοχή στο συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται σε απόλυτους αριθμούς στα επίπεδα του τέλους της δεκαετίας του ’80 και εμφανίζει ποσοστιαία μείωση που πλησιάζει το 15%. Κύριο χαραχτηριστικό είναι η μη συμμετοχή της «νέας εργατικής βάρδιας» και των γυναικών στο συνδικαλιστικό κίνημα, που συμμετέχουν συνδικαλιστικά σε ποσοστά 10% περίπου. Παρουσιάζεται δηλαδή γενικά και ανεξάρτητα του αν υπάρχουν ένα η πολλά (που είναι και ο κανόνας) τριτοβάθμια όργανα, μια αποξένωση από τα συνδικάτα, αυτών κυρίως που λογικά τα έχουν πιο πολύ ανάγκη, αφού βρίσκονται σε συνεχή ανασφάλεια και δουλεύουν με τους απεχθέστερους όρους, όσο μισθολογικά όσο και σ’ επίπεδο γενικών δικαιωμάτων. Αυτό που αναφέραμε από την αρχή, πως η ρεφορμιστική πολιτική στοχεύει πια το να απομακρύνει τους εργαζόμενους από τους μερικούς αγώνες, πως στρώνει το δρόμο στη διάλυση του συνδικαλιστικού κινήματος αποδεικνύεται και από τους απόλυτους αριθμούς.
Αναφορικά με τη κατάσταση στην Ελλάδα: «... Ειδικότερα, και ως προς τη συνδικαλιστική πυκνότητα στην Ελλάδα, το ποσοστό συνδικαλισμού παρουσιάζει σοβαρή διαφοροποίηση ανάμεσα στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Στον ιδιωτικό τομέα, το ποσοστό συνδικαλισμού δεν φαίνεται να υπερβαίνει το 15%, ενώ αντίθετα στον δημόσιο τομέα παρατηρείται σε ορισμένους χώρους και ποσοστό της τάξης του 90% (π.χ. δημόσιες τράπεζες και επιχειρήσεις). Υπολογίζεται ότι ο δημόσιος τομέας καλύπτει το 55% του συνόλου των συνδικαλισμένων. Πιο συγκεκριμένα οι δημόσιοι υπάλληλοι παρουσιάζουν ποσοστό συνδικαλισμού της τάξης του 51% ενώ το συνολικό ποσοστό του δημόσιου (στενού και ευρύτερου) υπολογίζεται στο 60%. Οι λόγοι της έντονης διαφοροποίησης μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα είναι προφανείς. Από τη μια πλευρά η παραδοσιακά εχθρική στάση της εργοδοσίας απέναντι στην έννοια του συνδικαλισμού και η συνεπαγόμενη επιφυλακτική στάση του εργαζόμενου απέναντι στο συνδικαλισμό (από τη στιγμή που η συνδικαλιστική ένταξη αντιμετωπίζεται από την πλειοψηφία των εργοδοτών σαν αρνητική κίνηση) αποτελούν βασικούς παράγοντες για την περιορισμένη ανάπτυξη του συνδικαλισμού στον ιδιωτικό τομέα. Επιπλέον, το γεγονός ότι ο ιδιωτικός τομέας κυριαρχείται από μικρές επιχειρήσεις (97% δεν υπερβαίνουν τους 20 εργαζόμενους) επηρεάζει αρνητικά τη συσπείρωση των εργαζομένων στα συνδικάτα, που αντικειμενικά ευνοούνται από μαζικούς χώρους, ιδιαίτερα δε όταν δεν υπάρχει δυνατότητα συνδικαλιστικής εκπροσώπησης στις μικρές αυτές επιχειρήσεις. Αντίθετα, ο δημόσιος τομέας, παρουσίαζε ανέκαθεν υψηλό δείκτη συνδικαλισμού. Οι κυριότερες αιτίες αυτού του φαινόμενου εστιάζονται στην ασφάλεια που αισθάνεται ο μισθωτός του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα, ώστε η ένταξη στο συνδικάτο να μη συνεπάγεται αρνητικές συνέπειες. Επιπλέον, η στενή διασύνδεση της πολιτικής των κομματικών φορέων με τον τρόπο λειτουργίας του δημόσιου τομέα, ευνοεί, μέσω της παρουσίας των συνδικαλιστικών παρατάξεων, κομματικών βραχιόνων στο συνδικαλιστικό χώρο, την ανάπτυξη της συνδικαλιστικής δράσης στους χώρους που καλύπτει ο δημόσιος τομέας. Η υψηλή συνδικαλιστική πυκνότητα στον δημόσιο τομέα συγκριτικά με την κατάσταση που επικρατεί στον ιδιωτικό τομέα, αποτελεί ένα ακόμα χαρακτηριστικό στοιχείο του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος που το διαφοροποιεί από τα διεθνή δρώμενα όπου οι αποστάσεις συνδικαλιστικής πυκνότητας ανάμεσα στους δύο τομείς οικονομικής δραστηριότητας δεν είναι τόσο μεγάλες.» ( Γιάννη Κουζή : Το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα, εκδόσεις Ι.Ε /ΓΣΕΕ, 2005)
Στα παραπάνω, ας γίνουν κάποιες επισημάνσεις:
Η νομική μορφή της συνδικαλιστικής έκφρασης στη Ελλάδα ήταν απ’ το ξεκίνημά της και παραμένει ως τα σήμερα, ( προσδιορισμένη και από το άρθρο 23 του Συντάγματος του ’75), αυτή του σωματείου που απαιτεί δικαστική «νομιμοποίηση» σύστασής του, από 21 κατ’ ελάχιστο μέλη. Η συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση αποτελεί την πιο ανοιχτή έκφραση της «ουσιαστικής απαγόρευσης» του συνδικαλισμού σε πρωτογενές-επιχειρησιακό επίπεδο, όπως θα δούμε παρακάτω. Από την αρχή αλλά και ίσαμε τώρα ο βαθμός ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, σημαίνει την ύπαρξη στον λεγόμενο «ιδιωτικό τομέα» επιχειρήσεων με πραγματικό η εμφανιζόμενο, πολύ μικρό αριθμό απασχολούμενων. Αφήνοντας στην άκρη το τι γινόταν παλιότερα, ακόμη και σήμερα τα επίσημα εργοδοτικά στοιχεία του 2003, σε σχέση και με την τελευταία απογραφή του 2001, που αποδέχεται όπως είδαμε και η ρεφορμιστική ΓΣΕΕ παρουσιάζουν το 97% των επιχειρήσεων του λεγόμενου «ιδιωτικού τομέα» με λιγότερους από 20 απασχολούμενους ανά επιχείρηση. Και αυτό από τη μια σαν αντανάκλαση του επίπεδου ανάπτυξης του εξαρτημένου ντόπιου καπιταλισμού και από την άλλη με την αποδοχή της απάτης που συνεχώς διευρύνεται να μη παρουσιάζονται σαν «μισθωτοί» οι εργαζόμενοι, έτσι ώστε να μην έχουν ούτε στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα, αλλά και ούτε δυνατότητα στην ουσία, συνδικαλιστικής δραστηριότητας. Με βάση τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής (2001), μόνο το 60% παρουσιάζονται μισθωτοί, απέναντι σε ποσοστά πάνω του 80% στις ιμπεριαλιστικές και ανεπτυγμένες χώρες της ΕΕ. Και αυτό τη στιγμή που από τη πολιτική της κεφαλαιοκρατικής επίθεσης είτε με «νεοφιλελεύθερα» κυρίως, είτε με άλλης κεφαλαιοκρατικής μορφής μέτρα, προλεταριοποιούνται βίαια και τα πραγματικά μεσαία στρώματα της πόλης. Το γιατί εμφανίζεται αυτό το 60% το ξέρουμε: ένας στους τρεις εργαζόμενους εμφανίζεται αυτοαπασχολούμενος ενώ δουλεύει σε έναν μόνον εργοδότη ( κάθε λογής πωλητές, μισθωτοί μηχανικοί, όλοι όσοι δέχονται τους εκτεταμένους εκβιασμούς για «μπλοκάκι η ανεργία» ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους ), οργιάζει η μαύρη εργασία με κύρια αλλά όχι μοναδικά θύματα τους μετανάστες ( αυτούς ,που το αστικό κράτος με τα φασιστικού ενάντιά τους πογκρόμ, χαραχτηρίζει – αφού πρώτα τους κατακλέψει – «νόμιμους»), τα προγράμματα «μερικής απασχόλησης» εφαρμόζονται με όρους δουλεμπόριου και χωρίς δικαιώματα («μαθητεία» ΟΑΕΔ, προγράμματα Stage, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων γενικά στη κατεύθυνση των οδηγιών της ΕΕ) και έτσι στην ουσία καταργείται στην πράξη το σωματείο στο χώρο δουλειάς. Δηλαδή ο πυρήνας του συνδικαλισμού σε πρωτοβάθμιο επίπεδο.
Όπως θα διαπιστωθεί παρακάτω, οι εναλλαχτικές μορφές να συνδικαλιστούν σε πρώτο βαθμό όσοι αποκλείονται από τον χώρο δουλειάς τους και είναι προβληματική στην αποτελεσματικότητά της αφού χάνεται η καθημερινή αίσθηση της συναδελφικότητας-συντροφικότητας και αντίδρασης εκεί και όταν δημιουργείται η κάθε ανάγκη δράσης, αλλά και αυτές κύρια οι μορφές έχουν χωρίς καμιάν εξαίρεση αποτελέσει στα χέρια των χρουτστωφικών κύρια σοσιαλδημοκρατών, κακόφημες γραφειοκρατικές, άμαζες και ανενεργές «σφραγίδες».
Όσον αφορά τον «λεγόμενο δημόσιο τομέα» που συνεχώς σαν τάση συρρικνώνεται και οι πραγματικές του διαστάσεις περιορίζονται στον «στενό δημόσιο τομέα» (δηλαδή Υπουργεία, Οργανισμούς κλπ) που καλύπτει η ΑΔΕΔΥ, η ανάλυση του ΙΝΕ ασφαλώς και πάσχει από τις σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις των στελεχών που απαρτίζουν το Ινστιτούτο Εργασίας.
Ασφαλώς και υπάρχει ακόμη η αίσθηση της περισσότερης «ασφάλειας» στους συγκεκριμένους εργαζόμενους συγκριτικά τουλάχιστον, που ευνοεί τη συμμετοχή των εργαζόμενων στα σωματεία, μόνο που αυτή ούτε είναι τυχαία, ούτε μένει ανέπαφη στο χρόνο, ούτε αφορά όλους. Και η ευθεία κομματική παρέμβαση στα συγκεκριμένα σωματεία («κομματικοί βραχίονες»), ούτε συνιστά «αδίκημα» - είναι πια ξεθυμασμένο ευρωκομμουνιστικό ιδεολόγημα, ούτε είναι φαινόμενο που περιορίζεται αποκλειστικά στα συγκεκριμένα σωματεία, ούτε αυτό βέβαια εξηγεί την τόσο μεγάλη διαφοροποίηση της συνδικαλιστικής πυκνότητας.
Είναι γνωστό πως ο δημόσιος τομέας σαν εκτελεστικό τμήμα του κεφαλαιοκρατικού κράτους, ξεκίνησε ιστορικά με πυρήνα τους εκλεκτούς της εξουσίας και προχώρησε με την αναγκαστική του διόγκωση στα πλαίσια της καπιταλιστικής ανάπτυξης με την ανοιχτή πολιτική ομηρία, όσων εντάσσονταν στα πλαίσιά του. Η πολιτική ομηρία σήμαινε τον έλεγχο κάθε πολιτικής δραστηριότητας. Οι πολιτικοί όμηροι όμως πληθαίνουν, η πλειοψηφία τους δεν είναι παρά κακοπληρωμένοι και χωρίς διαφοροποίηση από τους υπόλοιπους εργαζόμενους και τότε αρχίζει να μην υπάρχει ανοχή απέναντί τους, τότε γίνεται η προσπάθεια να ιδεολογικοποιηθεί πως οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν βρίσκονται σε σχέση καπιταλιστή «εργοδότη» (=αστικό κράτος)-εργαζόμενου. Ειδικά όταν οι δημόσιοι υπάλληλοι βγήκαν στο δρόμο στα 1931 για πρώτη φορά τόσο αγωνιστικά, ενάντια στη πείνα και την μη κατοχυρωμένη μονιμότητάς τους, ο συνδικαλισμός τους δέχτηκε επίθεση από τους Βενιζέλο-Παπανδρέου που ουσιαστικά τον έθεσαν σε διωγμό πλάι στο αντικομμουνιστικό «ιδιώνυμο», απαγορεύοντας με νόμο το δικαίωμα στην απεργία και ουσιαστικά, ποινικοποιώντας τον.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου αναφέρει στη Βουλή το 1931: «Αποτελεί πλήρη διαστροφή και παρανόηση της έννοιας του Κράτους, καθώς και του δημοσίου λειτουργού, η αντίληψις ότι είναι δυνατόν να ευρίσκονται υπάλληλοι με το Κράτος σε σχέση εργάτου και εργοδότου. Απεργία δημοσίων υπαλλήλων θα εσήμαινεν άρνησιν και διάλυσιν του Κράτους. Η απεργία αποτελεί αδίκημα συνεπαγόμενον όχι μόνον την εκ της θέσεως απόλυσιν, αλλά και ποινικάς ευθύνας». (Δημήτρη Λιβιεράτου: «Κοινωνικοί Αγώνες στην Ελλάδα (1927-1931) – Από την καταφρόνια μια καινούργια αυγή», εκδόσεις Κομμούνα/Ιστορική Μνήμη, Αθήνα 1987).
Κάθε φορά που κερδίζεται ιστορικά στην ουσία της η μονιμότητα και τα ομαλά συνδικαλιστικά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων, αυτό γίνεται μόνο σαν αποτέλεσμα αγώνων ολόκληρου του εργατικού κινήματος. Η μονιμότητα μέχρι το 1974 έχει ιστορικά ανασταλεί 10 φορές και αυτό σαν αποτέλεσμα των κάθε φορά συσχετισμών της ταξικής πάλης. Το αστικό κράτος, όντας η διχτατορία των κεφαλαιοκρατών, από τη μια ανάλογα με τα δεδομένα της οικονομικής βάσης προσπαθεί να «κοντύνει» τα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα και από την άλλη και παράλληλα προσπαθεί να εγκλωβίσει, νέους πολιτικά όμηρους. Παρατηρείται λοιπόν πως δεν πρόκειται ούτε ιστορικά για μια ομαλή πορεία «ασφάλειας» των δημοσίων υπαλλήλων, ούτε φυσικά αυτό συμβαίνει στη σημερινή φάση, που η κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη πολιτική του ξεπουλήματος και των ιδιωτικοποιήσεων, συρρικνώνει δραματικά τον δημόσια τομέα, καταργεί για τους νέους εργαζόμενους όσα έχουν καταχτήσει με μια εξίσωση προς τα κάτω, με απολύσεις, μη μονιμότητα διασπώντας τους εργαζόμενους εφαρμόζει πολιτικές, «έλεγχου της παραγωγικότητας», συμβάσεις λιτότητας και πείνας για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζόμενων, ομηρία των «συμβασιούχων. Θα συνιστούσε λοιπόν εφησυχασμό και ρεφορμιστική τύφλωση να θεωρήσει κάποιος πως η αδράνεια της συγκριτικά μεγάλης συνδικαλιστικής «πυκνότητας», είναι δεδομένη. Τα στοιχεία της συρρίκνωσης της συμμετοχής, στον λεγόμενο «ευρύτερο δημόσιο τομέα» που καλύπτεται από τη ΓΣΕΕ, το αποδεικνύουν ξεκάθαρα. Η καταλυτική συμβολή της ιμπεριαλιστικής ΕΕ με τις ντιρεκτίβες της για λιγότερο κράτος, ελαστικοποίηση εργασιακών σχέσεων, εξίσωση όλο και προς τα κάτω, πλήρη άρση της μονιμότητας και όλων των συνταξιοδοτικών καταχτήσεων, δέιχνουν πως «η φωτογραφία» στον λεγόμενο συνδικαλιστικό χάρτη, δεν κρύβει ούτε την κυρίαρχη τάση, ούτε την ανάγκη να συγκροτηθεί παντού και χωρίς ψευτοδιαχωρισμούς ενιαίο, μαζικό, αγωνιστικό κίνημα της τάξης.
συνεχίζεται
anasintaxi.blogspot.com | |
| | | salagos
Number of posts : 1153 Age : 56 Registration date : 2009-08-13
| Subject: part3 Wed 14 Oct 2009, 6:00 pm | |
| Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΜΕΝΗ ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Αναφορικά με τη δομή του συνδικαλιστικού κινήματος, ας καταγραφεί η αναλυτική του εικόνα για να γίνουν κάποιοι σχολιασμοί σε συνέχεια όσων ήδη έχουν αναφερθεί: «... διακρίνουμε τις ακόλουθες επιμέρους μορφές που διαμορφώνουν ένα πυραμιδοειδές σχήμα συνδέοντας τα συνδικάτα της βάσης με την κορυφή της συνδικαλιστικής πυραμίδας. α) Πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις που αποτελούν τα συνδικάτα βάσης και τα οποία είναι δυνατόν να διαμορφώνονται με άξονα: την επιχείρηση (επιχειρησιακά συνδικάτα), όπου τα μέλη των συνδικαλιστικών οργανώσεων απασχολούνται σε μια συγκεκριμένη επιχείρηση. Ο αριθμός των επιχειρησιακών σωματείων στην Ελλάδα είναι πολύ μικρός, λόγω του ότι κυριαρχεί το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων (97% των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα δεν υπερβαίνουν σε αριθμό τους 20 απασχολούμενους ώστε να δημιουργηθεί σωματείο.) Αποτέλεσμα αυτής της ιδιαιτερότητας είναι η δημιουργία των επιχειρησιακών συνδικάτων να περιορίζεται σε μεγάλες επιχειρήσεις (συνήθως σ’ εκείνες που απασχολούν περισσότερα από 100 άτομα). τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας (κλαδικά συνδικάτα), όπου τα μέλη των συνδικαλιστικών οργανώσεων απασχολούνται σε πολλές ομοειδείς επιχειρήσεις του ίδιου κλάδου όταν δεν υπάρχει επιχειρησιακό συνδικάτο (π.χ. συνδικάτο μετάλλου Πειραιά). το επάγγελμα ή την επαγγελματική κατηγορία (ομοιεπαγγελματικά συνδικάτα) όπου τα μέλη τους έχουν σαν μόνο κοινό, χαρακτηριστικό γνώρισμα την άσκηση ενός συγκεκριμένου επαγγέλματος, ανεξάρτητα από την επιχείρηση, το είδος ή τον κλάδο της επιχείρησης στην οποία απασχολούνται (π.χ. σωματείο λογιστών Αθήνας). Ο αριθμός των πρωτοβάθμιων οργανώσεων στην Ελλάδα θεωρείται υπερβολικός (2.400 και 1.300 που υπάγονται στη ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ αντίστοιχα) και αποτελούν στοιχείο πολυκερματισμού των δυνάμεων των συνδικάτων με σοβαρές επιπτώσεις στη συνολική παρέμβαση και αποτελεσματικότητα του συνδικαλιστικού κινήματος. Βέβαια, ο πολυκερματισμός αυτός, που τις αιτίες του θα τις αναζητήσουμε στην πορεία, δεν περιορίζεται μόνο στις πρωτοβάθμιες, αλλά επεκτείνεται και στις δευτεροβάθμιες οργανώσεις. β) Δευτεροβάθμιες οργανώσεις που δημιουργούνται από δύο ή περισσότερες πρωτοβάθμιες οργανώσεις διακρίνονται στις ακόλουθες κατηγορίες: Ομοσπονδίες που αναφέρονται κυρίως σε επίπεδο κλάδου οικονομικής δραστηριότητας (π.χ. πανελλήνια ομοσπονδία εργαζομένων στη μεταλλοβιομηχανία), αλλά δημιουργούνται επίσης τόσο σε ομοιεπαγγελματική βάση (π.χ. Πανελλήνια Ομοσπονδία Λογιστών), όσο και σε επιχειρησιακή, όπως στις μεγάλες δημόσιες επιχειρήσεις (π.χ. Γενική Ομοσπονδία Εργαζομένων στη ΔΕΗ), με πολλά πρωτοβάθμια ομοιοεπαγγελματικά σωματεία. Η παρουσία των ομοσπονδιών συναντάται τόσο στην οργανωτική δομή της ΓΣΣΕ όσο και της ΑΔΕΔΥ και είναι 62 και45, ως προς τον αριθμός τους, αντίστοιχα. Εργατικά Κέντρα που συναντώνται μόνο στη διάρθρωση της ΓΣΕΕ (73 στον αριθμό) συσπειρώνουν τα πρωτοβάθμια σωματεία που λειτουργούν σε τοπικό επίπεδο, ανεξάρτητα από την επιμέρους μορφή τους (επιχειρησιακή, κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική), όπως, π.χ. Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης. γ) Τριτοβάθμιες οργανώσεις που αποτελούν τους κορυφαίους συνδικαλιστικούς θεσμούς και που δημιουργούνται από δύο ή περισσότερες δευτεροβάθμιες οργανώσεις. Στην Ελλάδα καταγράφονται δύο μεγάλες τριτοβάθμιες οργανώσεις: η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ.» ( Γιάννη Κουζή: Το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα, εκδόσεις Ι.Ε /ΓΣΕΕ, 2005) Μερικές πρώτες παρατηρήσεις είναι πως η μορφή στις πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες οργανώσεις ενώ δημιουργεί ένα πλήθος οργανώσεων (180 δευτεροβάθμιες οργανώσεις και περί τα 3.700 πρωτοβάθμια σωματεία), συχνά με πλήρη επικάλυψη συνδικαλιστικού χώρου, στη πράξη αποτελείται από σωματεία άμαζα ή σκέτες σφραγίδες με μηδενική λειτουργία και με συμβολή στην αποδυνάμωση της ίδιας της οργάνωσης των εργαζόμενων. Ήδη έχουμε αναφέρει πως τα επιχειρησιακά σωματεία έχουν στην ουσία τους καταστεί «μη υπαρκτά» από την ίδια τη νομοθεσία που τάχατες διασφαλίζει τα συνδικαλιστικά δικαιώματα και τους ρεφορμιστές και λοιπούς εργατοπατέρες που δεν αγωνίζονται αποτελεσματικά ενάντια σ´ αυτό, αλλά βολεύονται με την εναλλακτική ύπαρξη πρωτοβάθμιων ομοιοεπαγγελματικών σωματείων σφραγίδων που εξυπηρετούν ευθέως την επιχειρηματική βούληση. Ας αναφερθούν ενδεικτικά, οι περιπτώσεις των «Υπαλλήλων Γραφείου» και των «Ιδιωτικών Υπαλλήλων». Αυτά τα μορφώματα, θεωρητικά θα κάλυπταν δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενων που δεν έχουν φωνή ούτε στον εργασιακό τους χώρο, ούτε ανήκουν σε πιο συμπαγή υποσύνολα με κοινά πράγματι χαραχτηριστικά (πχ. λογιστές, σχεδιαστές, κλπ). Στην ουσία και στα χέρια των χρουτστωφικών σοσιαλδημοκρατών περιλαμβάνουν κάποιες ελάχιστες χιλιάδες εγγεγραμμένων, χωρίς καμιά παρουσία στους τόπους δουλειάς, με ακόμη πιο ελάχιστους που συμμετέχουν στις εκλογικές διαδικασίες ...ψηφίζοντας μεταφερόμενοι, επί βδομάδες. Οι χρουτστωφικοί ρεφορμιστές ηγέτες συντηρούν και μάλιστα διαφυλάσσουν κατασταλτικά τα «δικά τους σωματεία» χωρίς να απαντούν στα σημαντικά ερωτήματα: πως με τις συγκεκριμένες αφυδατωμένες «σφραγίδες» τους, καλύπτουν τους χιλιάδες υπάλληλους γραφείου (από εργαζόμενους σε εξωτερικές δουλειές, μέχρι εργασιακά εκμηδενισμένους επιστήμονες που δεν θεωρούνται διακριτού ρόλου, γραμματείς, εργαζόμενους «γενικών ελαστικών καθηκόντων») που όμως βρίσκονται στο ίδιο καθεστώς αυθαιρεσίας, κίνδυνου καθημερινής απόλυσης, μη τήρησης ούτε των συλλογικών συμβάσεων; Μήπως με τις κάποιες εθιμοτυπικές «αγωνιστικές επισκέψεις» όπου και όταν διαπιστωθεί κάτι κομματικά-ενδιαφέρον; Πως το συγκεκριμένο πρωτοβάθμιο η δευτεροβάθμιο όργανο πιέζει και απαιτεί, την σύσταση επί τόπου σωματείου με τη συνεργασία του κάθε Εργατικού Κέντρου; Το ρεφορμιστικό ΠΑΜΕ εκτός της περιχαράκωσης των «σωματείων» του, λειτουργεί ναι η όχι ακόμη πιο διασπαστικά, αναπαράγοντας τη μη συμμετοχή σε συνθήκες που οι πολλοί δεν έχουν φωνή και έκφραση και ο «ταξικός» τάχατες συνδικαλισμός περιορίζεται σε τηλεοπτικές «επαναστατικές γυμναστικές» ψευτοκαταλήψεων και καλλωπισμού δημόσιων κτιρίων με δεκάδες μέτρα «πανό» για μισάωρα; Σε δευτεροβάθμιο επίπεδο, πέρα από τις ιδιαιτερότητες των Ομοσπονδιών κυρίως του λεγόμενου «ευρύτερου δημόσιου τομέα», είναι φανερό πως πρέπει να είναι ευθύνη του κάθε Εργατικού Κέντρου, η πλήρης κάλυψη και η βοήθεια οργάνωσης όλων των εργαζόμενων της περιοχής ευθύνης του, με συγκεκριμένους χειροπιαστούς τρόπους. Και αυτό θα γίνει αν ξεκινήσει σαν απαίτηση της συνδικαλισμένης και της μη συνδικαλισμένης εργατικής βάσης. Έτσι θα ξεμπροστιαστούν οι ολότελα πουλημένοι εργατοπατέρες των αμαρτωλών προνομίων της επικουρικής σύνταξης από το κακόφημο «ταμείο εργατικών στελεχών» και όχι με ιδεολογήματα «ταξικότητας» ενώ η αντεργατική τους πραχτική είναι κοινή. Ο στόχος για ένα και μόνο συνδικάτο σε επίπεδο επιχείρησης, μιας ομοσπονδίας σε επίπεδο κλάδου, ενός εργατικού κέντρου σε επίπεδο νομού, παράλληλα με τη σταδιακή κατάργηση κάποιων ομοιοεπαγγελματικών και κλαδικών οργανώσεων,( πάντα υπάρχουν εξαιρέσεις όπως το σωματείο των courier, των μισθωτών τεχνικών, των μαγείρων και εργαζόμενων στην εστίαση, και παίρνοντας υπόψη την δυνατότητα που δίνουν για την ένταξη των ανέργων όπως θ’ αναφερθεί στη συνέχεια), άσχετα αν προβάλλεται σήμερα από κάποιους ρεφορμιστές και αμφισβητείται από άλλους, είναι μια λογική απαίτηση, χωρίς βέβαια να έχει καμία αξία αν πρώτα απ’ όλα δεν απαιτήσει το κίνημα στην πράξη: τη δυνατότητα δημιουργίας επιχειρησιακών σωματείων παντού κόντρα στα παιχνίδια «των 21 μελών», αν δεν ανοίξει ισότιμα τις πόρτες στα ταξικά αδέλφια μας τους μετανάστες, αν δεν εντάξει στα κλαδικά ή ομοιοεπεγγελματικά σωματεία τους άνεργους με βάση την ειδικότητά τους στον ΟΑΕΔ χωρίς άλλους όρους (αξιοποιώντας τις θετικές προσπάθειες /εμπειρίες των ξεχωριστών τους συνδικάτων στο Μαντούδι, το Μπραχάμι, το Περιστέρι , τη Πρέβεζα, τη Πάτρα και κύρια τη πρωτοβουλία του ΕΚΘ από το 1998 να δημιουργήσει «Τομέα Ανέργων» με εκπροσώπηση στο Κέντρο), αν δεν δημιουργήσει κλίμα ελκυστικό στη νεολαία για συμμετοχή της, με ζωντανές επιτροπές των ενδιαφερόντων της και κύρια χωρίς την ηλικιακή ρατσιστική συμπεριφορά του πατερναλισμού, που κι ο ίδιος ο Λένιν κατακεραύνωνε μιλώντας για την αντιμετώπιση της «νέας εργατικής βάρδιας», αν κοντολογίς δεν αγωνιστεί καθαρά και με απόλυτη προσήλωση για την ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ. Ειδικά για τους άνεργους, οποιαδήποτε κίνηση προαναφέρθηκε, οποιαδήποτε πρωτοβουλία έχει υπάρξει είναι θετική, όταν ο άνεργος βρίσκεται μόνος, στην απελπισία που τη βιώνει σαν ατομική ενώ είναι ταξική, έρμαιο συχνά ρατσιστικών και φασιστικών ιδεών που προσπαθούν να τον στρέψουν ενάντια στα ίδια του τ’ αδέλφια και όχι ενάντια στους κεφαλαιοκράτες και τη διχτατορία τους. Όμως «δίκτυα», «επιτροπές», «τομείς», «ξεχωριστά σωματεία ανέργων», διαιωνίζουν την μη ισότιμη ένταξή τους στα συνδικάτα. Αν ήταν χρήσιμα σαν πρόωρα και πρώτα βήματα, τώρα – εδώ και πολύ καιρό – είναι ανεπαρκή. Καλούμε ξανά, κάθε εργαζόμενο δημοκράτη-αντιφασίστα, όλα τα σωματεία και τα Εργατικά κέντρα να προωθήσουν το αυτονόητο: να γίνει πραγματικότητα η πλήρης–ισότιμη συμμετοχή των ανέργων, με ειδικότητα ή σε τελική περίπτωση με κύριο σημείο αναφοράς τον κλάδο δραστηριότητάς τους – με βάση αυτά και μόνο, όπως κατηγοριοποιούνται από τον ΟΑΕΔ - στα κλαδικά ή ομοιοεπαγγελματικά σωματεία. Είναι σημείο αιχμής, είναι κριτήριο της στάσης απέναντι στο ζητούμενο για την έκφραση της ενότητας της τάξης. Η σαφής απάντηση για το που βρισκόμαστε έχει έρθει τα τελευταία χρόνια και αυτή είναι πως η εργατική τάξη ενωμένη «κατεβαίνει στο δρόμο» κύρια αυθόρμητα και όντας κυρίως εκτός συνδικάτων, όταν σε περιπτώσεις όπως το Ασφαλιστικό, οι κεφαλαιοκράτες πάνε να ληστέψουν και τις τελευταίες ισχνές καταχτήσεις της τάξης. Και βέβαια αυτός είναι ο λόγος που οι εργατικές απεργίες-διαδηλώσεις είναι σε προφανή δυσαρμονία με τη κατάσταση της εργατικής τάξης από τις επιθέσεις της κυβέρνησης του μοναρχοφασιστικού κόμματος της ΝΔ και της εφαρμογής των κατευθύνσεων της ιμπεριαλιστικής ΕΕ , επιθέσεις που διογκώνονται στη φάση της σημερινής κεφαλαιοκρατικής κρίσης υπερπαραγωγής. Οι μαρξιστές-λενινιστές-σταλινιστές ξέρουν ότι η ταξική κατεύθυνση του συνδικαλιστικού κινήματος προωθείται και πραγματώνεται, όταν υπάρχει συνδικαλιστικό κίνημα, όταν επιτυγχάνεται η ενότητα της τάξης, όταν αρχίζουν να υπάρχουν «μικρές μερικές» νίκες, όταν για την εργατική τάξη γίνεται σιγά-σιγά βίωμα το ΕΜΕΙΣ, όταν δυναμώνει η ταξική συνείδηση. Αλλιώτικα, η οποιαδήποτε επίκληση «επαναστατικής αντίληψης», «εναλλαχτικού ταξικού κινήματος» γίνεται ερήμην της εργατικής τάξης, υπάρχει μόνο στο μυαλό κάποιων μικροαστών, που δεν έχουν την επαναστατική προσήλωση και υπομονή να ξεκινούν από την αρχή, απ’ τα δύσκολα, και να αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα όπως είναι και όχι να την υποκαθιστούν με τις επιθυμίες τους.
anasintaxi.awardspace.com | |
| | | Sponsored content
| Subject: Re: Η κατάσταση του Συνδικαλιστικού Κινήματος και τα καθηκοντά των Κομμουνιστών από Κίνηση για Ανασύνταξη του ΚΚΕ 1918-55 part 1 | |
| |
| | | | Η κατάσταση του Συνδικαλιστικού Κινήματος και τα καθηκοντά των Κομμουνιστών από Κίνηση για Ανασύνταξη του ΚΚΕ 1918-55 part 1 | |
|
Similar topics | |
|
| Permissions in this forum: | You cannot reply to topics in this forum
| |
| |
| |