Το παιχνίδι "κλέφτες και αστυνόμους" το παίζαμε και χαιρόμασταν όταν είμασταν πιτσιρίκια. Επηρεασμένοι τόσο από το σχολείο όσο και από τις τηλεοράσεις (βλέπε ΜΜΕ και χολυγουντιανές ταινίες δράσης) μάθαμε ότι ο "καλός" αστυνομικός προσπαθεί να πιάσει τον "κακό" κλέφτη με σκοπό να γλυτώσει την κοινωνία από έναν ακόμα "αμαρτωλό" που στρέφεται ενάντια στους νόμους και τους θεσμούς της. Μερικοί από μας φανήκαμε τυχεροί και γράψαμε αυτό το παιχνίδι στα παλιά μας τα παπούτσια διότι κατανοήσαμε ότι ο ρόλος του αστυνομικού δεν είναι να προστατεύει τον πολίτη αλλά να προστατεύει το κράτος και τον εξουσιαστικό του ρόλο. Κάποιοι, πορωμένοι από αυτές τις ταινίες δράσης και κατεχόμενοι από μια ανάγκη για εξουσία, ή ακόμα κατεχόμενοι από την πίστη στο κράτος και τους θεσμούς του και για την προστασία του κοινωνικού συνόλου, παίρνουν το ρόλο του προστάτη-εκτελεστή και αποφασιστικά λαμβάνουν την πρωτοβουλία να αφαιρέσουν τη ζωη ενός ανθρώπου που πήγε να κλέψει 300 ψωροευρό από υποκατάστημα μιας από τις μεγαλύτερες εταιρίες στην Κύπρο.
Τραγικό σε όλη την υπόθεση είναι βέβαια ο θάνατος του ανθρώπου αλλά πολύ λυπηρή είναι και η στάση της κοινωνίας η οποία βλέπει τις τραγικότητες να συμβαίνουν η μια μετά την άλλη, και για άλλη μια (καταραμένη) φορά το μόνο που κάνει είναι να το συζητάει με έναν απίστευτα λαϊκίστικο τρόπο (ο οποίος έχει καταντήσει αηδία στην Κύπρο) στα καφενεία ή στη κουζίνα του σπιτιού τους κατά το μεσημεριανό γεύμα. Την ίδια στιγμή που κράτος και τράπεζες καταληστεύουν οικογένειες και εντάσσουν χιλιάδες από εμάς στη φτώχεια και την εξαθλίωση, η κοινωνία της Κύπρου συνεχίζει να κρατάει την ίδια στάση: σκυμμένο το κεφάλι και σιωπή. Και τις στιγμές που αυτή φωνάζει είναι με ένα τρόπο που δυστυχώς δεν έχει να πει πολλά. Και αυτό διότι μας μάθανε να λέμε...."κοίτα τη δουλειά σου"..."τι σε νοιάζει εσένα"..."σώπα να περάσουμε"..."τι να κάνουμε αφού αυτόι μας διοικούν"...? Μας στερούν το προνόμιο της ελευθερίας και τους δίνουμε το δικαίωμα να το κάνουν αλόγιστα.
Ενα ένστολο γουρούνι και προστάτης, όχι του πολίτη αλλά του κράτους και της εξουσίας, αποφασίζει να εκτελέσει εν ψυχρώ έναν ανθρωπο που πήγε να "κλέψει". Δεν με νοιάζει καθόλου ποιοι ήταν οι λόγοι για τους οποίους το παιδι αυτό ήθελε τα λεφτά. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι δεν τα είχε και έπρεπε να τα βρεί από κάπου. Οι λόγοι που οδηγούν κάποιον σε πράξεις τύπου ληστεία είναι καθαρά ριζωμένοι σε κοινωνικά προβλήματα διότι πολύ απλά όλα είναι αποτέλεσμα του τρόπου λειτουργίας της κοινωνίας και του υπάρχοντος συστήματος.
Τη στιγμή που βουλευτές, πολιτικοί και μεγαλοεπιχειρηματίες κερδίζουν εις βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας, ένα νέο μαργαριτάρι ξεπηδάει από το λάκκο της εξουσίας και αποφασίζει ποιός θα ζήσει και ποιός θα πεθαίνει. Προφανώς και ο μπάτσος δεν προκειται να καταδικαστεί διότι βρισκόταν εν ώρα υπηρεσίας και διότι έχει το δικαίωμα να πυροβολήσει όταν νίωσει απειλή. Άρα η δολοφονία αυτή θα περάσει στο ντούκου. Τα ΜΜΕ έκαναν λόγο για μεγαλοψυχία από πλευράς της οικογένειας η οποία δώρισε τα όργανά του παιδιού, στρέφοντας για άλλη μια φορά το φακό αλλού..."Από ληστής δωριτής οργάνων" ή "δινει ζωη με το θανατό του"... Πόσο αηδιαστικές ακούγονται αυτές οι φράσεις!
Για άλλη μια φορά η κοινωνία επιλέγει να μην πει τίποτα. Για άλλη μια φορά μένουμε αμέτοχοι απέναντι στις τραγικότητες που λαμβάνουν χώρα μπροστά μας. Κάποιοι ίσως να συμφωνούν με την πράξη του μπάτσου αλλά μάλλον είναι οι ίδιοι που πιστεύουν ότι πρέπει να πληρώσουμε για να σώσουμε το νησί από την (σίγουρη) πτώχευση. Δυστυχώς ένα είναι το σίγουρο, και αυτό είναι κοινό ανάμεσα στα διάφορα υποσύνολα της κυπριακής κοινωνίας. Ότι δεν έχουμε καταλάβει ότι οι ζωές μας ανήκουν μόνο σε εμάς και σε κανέναν άλλο. Κανένας δεν αποφασίζει ποιός ζει και ποιός πεθαίνει. Κανένας δεν αποφασίζει αν θα υπάρχει φαγητό για αύριο ή οχι. Παρακάτω, παραθέτω ένα από τα πιο ρεαλιστικά ποιήματα που έχουν γραφτεί ποτέ και δυστυχώς ταιριάζει απόλυτα στην δική μας περίπτωση.
ΣΩΠΑ ΜΗ ΜΙΛΑΣ
Στο σχολείο μού κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε: "εσένα τι σε νοιάζει; Σώπα!"
Με φιλούσε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε:
"κοίτα μην πείς τίποτα, σσσσ... σώπα!"
Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Κι αυτό βάσταξε μέχρι τα εικοσί μου χρόνια.
Ο λόγος του μεγάλου
η σιωπή του μικρού.
Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
"Τι σε νοιάζει εσένα;", μου λέγανε,
"θα βρείς το μπελά σου, σώπα".
Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι
"Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, σώπα"
Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά ,
η γυναίκά μου ήταν τίμια κι εργατική και
ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή, που της έλεγε "σώπα".
Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε:
"Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα"
Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμίες ζηλευτές,
με τους γειτονες, μας ένωνε, όμως, το Σώπα.
Σώπα ο ενας, σώπα ο άλλος, σώπα οι επάνω, σώπα η κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσά μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα".
και μαζευτηκαμε πολλοί,
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!
Πετύχαμε πολλά, φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα,
τα πάντα κι όλα πολύ.
Ευκολα, μόνο με το Σώπα.
Μεγάλη τέχνη αυτό το "Σώπα".
Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσά σου
και κάν'την να σωπάσει.
Κόψ' την σύρριζα.
Πέτα την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.
Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις απο το βραχνά να μιλάς,
χωρίς να μιλάς να λές "έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς"
Αχ! Πόσο θα 'θελα να μιλήσω ο κερατάς.
Και δεν θα μιλάς,
θα γίνεις φαφλατάς ,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς .
Κόψε τη γλώσσά σου, κόψ'την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια.
Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμησεις. Κόψε τη γλώσσά σου.
Για να είσαι τουλάχιστον σωστός στα σχέδια και στα όνειρά μου
ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσά μου,
γιατί νομίζω πως θα'ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο,
με έναν ψιθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λεει:
Mίλα!
----------
Αζίζ Νεσίν (1916-1995)