Η προηγούμενη περίοδος σημαδεύτηκε κυρίως από τη δράση του κινήματος occupy buffer zone στην οποία συμμετείχε και ένα κομμάτι του αντιεξουσιαστικού χώρου.
Θα επιχειρήσω ένα απολογισμό αυτής της εμπειρίας .
Καταρχήν υπάρχει μια έντονη ανάγκη όπως φαίνεται και από άλλα συμβάντα και δράσεις των τελευταίων χρόνων να συνδεθεί το τοπικό με το παγκόσμιο . Αυτό το γεγονός από μόνο του δεν παράγει πάντα κάτι θετικό αφού πολλές φορές καταλήγει να σημαίνει την αναπαραγωγή ενός λάιφ στάιλ αναρχισμού που δεν πατά στην τοπική πραγματικότητα ή που αδυνατεί τέλος πάντων να βρει την τοπική εκδοχή του . Η αδυναμία αυτή ,της παρακολούθησης και ανάλυσης της τοπικής πραγματικότητας , είναι μια αδυναμία που έχει να κάνει με πολλούς παράγοντες οι οποίοι δεν είναι εύκολο να ξεπεραστούν. (όπως π.χ. το νεαρό της ηλικίας της πλειοψηφίας των συμμετεχόντων στον α/α χώρο -κυρίως μαθητές- η ρευστότητα που δημιουργείται από τη βραχύβια ζωή που έχουν οι ομάδες , η ιδεολογική ορθοδοξία που μας αποξενώνει πολλές φορές από την κοινωνία κλπ ) Η φετινή χρονιά βρήκε την Λευκωσία χωρίς συγκροτημένες ομάδες (εκτός της Σκαπούλας) και σημαδεύτηκε από την αποχώρηση ενός αριθμού συντρόφων από την ενεργό δράση ή την μετακίνηση τους σε άλλους χώρους.
Έχοντας αυτά υπόψιν το κίνημα occupy λογικά θα εκινήτουν στα πλαίσια μια ακόμα προσπάθειας να ακολουθήσουμε το παγκόσμιο χωρίς ιδιαίτερες φιλοδοξίες .
Ωστόσο κάποιοι παράγοντες έκαναν την διαφορά και επέτρεψαν στο κίνημα να εξελιχθεί και να κουνήσει για κάποιους μήνες τα νερά.
Πρώτος παράγοντας ήταν
η συμμετοχή ανθρώπων πέραν του χώρου οι οποίοι έδωσαν μια φρέσκια πνοή και ενέργεια στις κινητοποιήσεις . Οι άνθρωποι αυτοί από διάφορα μέρη του κόσμου αλλά και ντόπιοι λειτούργησαν καταλυτικά στο να κρατηθεί και να διαρκέσει η προσπάθεια αυτή.
Η συμμετοχή τουρκοκυπρίων στο κίνημα έσπρωξε όμως τα πράγματα ένα βήμα πάρακατω και του επέτρεψε να αναπνεύσει κυπριακά .
Η μετακίνηση του χώρου διαμαρτυρίας στην νεκρή ζώνη της οδού Λήδρας ήταν μια ενέργεια τόσο συμβολική όσο και ουσιαστική . Η άμεση σύνδεση του “Κυπριακού” με τους ανταγωνισμούς που δημιουργεί το καπιταλιστικό σύστημα ,όπως τέθηκε από το OBZ επανανοηματοδότησε τον αγώνα για τερματισμό της διαίρεσης της Κύπρου προσδίδοντας του χαρακτηριστικά τα οποία αντλήθηκαν από την συλλογική εμπειρία των σύγχρονων αντικαπιταλιστικών κινημάτων και των κινημάτων των πλατειών τόσο στην μορφή οργάνωσης (οριζόντιες συνελεύσεις ,άμεση δημοκρατία, αυτοργάνωση και αυτοχρηματοδότηση ,) όσο και στο τρόπο διεξαγωγής του αγώνα ( σύγκρουση με τις κατεστημένες δυνάμεις της κυριαρχίας , δημιουργία απελευθερωμένων ζωνών ,δημιουργία αεθνικών κοινοτήτων , κατάληψη κτιρίων και κοινωνικοποίηση τους κλπ)
Η κατάληψη του χώρου της νεκρής ζώνης και η μετατροπή του σε ένα είδος πλατείας και αυτοσχέδιου οικισμού προκάλεσε κατά αρχή μια γενική αμηχανία
Τα ηνωμένα έθνη, εγγυητές της ισορροπίας δυνάμεων στην περιοχή και εκπρόσωποι των συμφερόντων των παγκοσμιοποιημένων κυρίαρχων ελίτ , κατάλαβαν από την αρχή τι παίζει και έτρεξαν στους τοπικούς εξουσιαστές νότια και βόρια της γραμμής για να ξεφορτωθούν το πρόβλημα .
Αυτή η αμηχανία μετατράπηκε σε πίεση και μετά την κατάληψη και των υπολοίπων ορόφων του κτιρίου σε άγρια καταστολή.
Αμηχανία ωστόσο υπήρξε και στον χώρο του κυβερνώντος ΑΚΕΛ το οποίο δέχτηκε μια πίεση από τα αριστερά κυρίως στο ζήτημα της επαναπροσέγγισης, σε μια περίοδο μάλιστα που οι συνομιλίες κατέρρεαν και που όπως συμβαίνει συνήθως σε ανάλογες περιπτώσεις ,στις δύο πλευρές οι κυβερνώντες προσπαθούν να αναδείξουν την αδιαλλαξία της άλλης πλευράς.
Το ίδιο πάγωμα υπήρξε προ στιγμής και από τον χώρο τον “επαγγελματιών” της επαναπροσέγγισης NGO κλπ οι οποίοι δεν ήξεραν πως να αντιμετωπίσουν την κατάσταση αυτή αφού ξεπερνούσε τα πλαίσια δράσης τους και τις λογικές τους λόγο των περιορισμών που έχουν και την εξάρτηση τους από χρηματοδότες, κυβερνήσεις κλπ. Παρόλα αυτά η στάση των τελευταίων δεν ήταν εχθρική αν και εκδηλωνόταν από διάφορους κύκλους μια μικροαστική απέχθεια για τον καταυλισμό ο οποίος δεν πληρούσε τις προδιαγραφές καθαριότητας και εμφάνισης που θα ήθελαν ή που είχαν συνηθίσει στα επιχορηγημένα συνέδρια για την ειρήνη που οργανώνουν.
Το occupy buffer zone δέχτηκε όμως να πούμε κριτική και από κόσμο του αντιεξουσιαστικού χώρου “για την πολύ χίππι εμφάνιση του” αλλά και την αδυναμία του να εκφράσει ένα συγκροτημένο λόγο προς τα έξω.
Όσο δίκαιο και να είχαν κάποια κομμάτια της κριτικής αυτής όποιος είναι έξω από τον χορό πολλά τραγούδια ξέρει . Η πραγματικότητα ήταν ότι πέσαμε σε ένα δύσκολο χειμώνα και οι άνθρωποι που έμειναν στις σκηνές έπρεπε να αντιμετωπίσουν το κρύο και τις βροχές με διάφορες αυτοσχέδιες κατασκευές οι οποίες μπορεί πράγματι να μην πληρούσαν το ψηλό αισθητικό κριτήριο της κυπριακής αρχιτεκτονικής ( μπρρ!) αλλά ευκόλυναν την ζωή τους.
Η αδυναμία από την άλλη να βγει ένας ενιαίος και “καθαρός” λόγος είχε να κάνει κυρίως με το ότι πολλοί από τους ανθρώπους που συμμετείχαν βρέθηκαν για πρώτη φορά μαζί, προέρχονταν από διαφορετικά πολιτικά υπόβαθρα kai άρα δεν ήταν εύκολη υπόθεση τα βαθυστόχαστα πολιτικά κείμενα και οι διακηρύξεις
να πούμε ότι το κίνημα αντιμετωπίστηκε θετικά και στηρίκτικε από πιο κινηματικού χαρακτήρα κινήσεις όπως η πλατφόρμα εκπαιδευτικών, τουρκοκυπριακά συνδικάτα, την εξωκοινοβουλευτική αριστερά και μερίδα διανοουμένων της αριστεράς ακόμα και μέσα από το ΑΚΕΛ (πράγμα σπάνιο να πούμε
)
Εν πάση περιπτώσει η κατάληψη κέρδισε ως θέαμα το μερίδιο που της αναλογούσε στα τοπικά και τα διεθνή ΜΜΕ και αυτό σημαίνει κάτι .
Αλλά δεν πρέπει να σταθούμε μόνο στην θεαματική πλευρά . Ο αντιεξουσιαστικός χώρος πέτυχε τις τελευταίες δεκαετίες να διαχύσει βασικές του αξίες στον ευρύτερο ριζοσπαστικό και αντικαπιταλιστικό χώρο. Οι συλλογικές αποφάσεις χωρίς αρχηγούς και πρωτοπορίες η οριζόντιες δομές των αγώνων κλπ έχουν καθιερωθεί και γίνει αποδεχτοί και ως τρόποι του ευρύτερου ριζοσπαστικού χώρου .
Στην περίπτωση του occupy buffer zone το κίνημα λειτούργησε βασικά με αντιεξουσιαστικές
δομές . Και αυτό πρέπει να το κατατάξουμε στα θετικά . Υπήρξαν όμως πολλές
περιπτώσεις όπου λειτούργησαν λογικές πρωτοπορίας και δυστυχώς αυτό έγινε από αντιεξουσιαστές . Υπήρξε επίσης σνοπάρισμα της συνέλευσης από κάποιους ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούσαν ότι αυτοί που έμεναν εκεί έπρεπε να έχουν τον κύριο λόγο για το κίνημα . Πολλές φορές βρεθήκαμε προ τετελεσμένων γεγονότων με κινήσεις που άλλαζαν ριζικά τα πράγματα και έγιναν χωρίς συλλογικές αποφάσεις . Είχαμε ακόμα και περίπτωση χειροδικίας.
Όλα αυτά επηρέασαν το κλίμα και μαζί με την κούραση των πολλών μηνών έκαναν πολλούς να κρατήσουν αποστάσεις .
Τελειώνοντας νομίζω ότι όλη αυτή η εμπειρία των τελευταίων μηνών καλό θα ήταν καλό να συζητηθεί μεταξύ μας σε μια ανοικτή συνάντηση.
συντροφικά Μάριος