«Σκούπα», απελάσεις, ψέματα
Οι μαζικές συλλήψεις, προσαγωγές και απελάσεις αλλοδαπών συμβάλλουν στο εθνοτικό φακέλωμα και, εν τέλει, λειτουργούν ως μπούμερανγκ, αφού κάθε άλλο παρά συμβάλλουν στην πάταξη του εγκλήματος
Μπορεί τα χρόνια να περνάνε, οι συνθήκες να διαφοροποιούνται... αλλά η αστυνομία παραμένει σταθερή στις παραδόσεις.... αυθαιρεσίας. Τον Οκτώβριο του 2007 με επιχείρηση «σκούπα» μάζεψαν δεκάδες αλλοδαπές για δήθεν άγρα πελατών με σκοπό τον αγοραίο έρωτα και με συνοπτικές διαδικασίες τις απέλασαν. Τον Σεπτέμβριο του 2009, έστησαν μπλόκα στο κέντρο της Λευκωσίας κατά τη διάρκεια «στοχευμένης» επιχείρησης και περνούσαν χειροπέδες σε όποιον αλλοδαπό έβλεπαν μπροστά τους. Και για τις δύο υποθέσεις διενεργήθηκε έρευνα από την επίτροπο Διοικήσεως, με την ιδιότητά της ως Αρχή κατά του Ρατσισμού και των Διακρίσεων, κατόπιν παραπόνων που τέθηκαν ενώπιον της. Η κ. Νικολάου πέραν των άλλων διαπίστωσε ότι η αστυνομία με ψευδή στοιχεία πέτυχε τη μαζική απέλαση αλλοδαπών, μεταξύ των οποίων και αιτητών ασύλου των οποίων οι υποθέσεις εκκρεμούσαν.
Ψέματα και απελάσεις
Τον Οκτώβριο του 2009, η αστυνομία διενήργησε «συντονισμένη» επιχείρηση στη Λευκωσία και τη Λάρνακα και συνέλαβε 28 αλλοδαπές (κυρίως Κινέζες) μη την υποψία της άγρας πελατών με σκοπό τον αγοραίο έρωτα. Από τα στοιχεία που έδωσε η αστυνομία στην επ. Διοικήσεως για τις 11 αλλοδαπές που συνελήφθησαν στη Λευκωσία, «δεν στοιχειοθετήθηκε οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα», αλλά δεν ήταν σε θέση να δώσουν «λογικές εξηγήσεις» για το πώς βρέθηκαν στα αστυνομικά οχήματα με τους υπό κάλυψη αστυνομικούς και για τα χρήματα που είχαν στην κατοχή τους. Επίσης, από τις 17 αλλοδαπές που συνελήφθησαν στη Λάρνακα δεν προέκυψε κανένα ποινικό αδίκημα, αλλά οι αστυνομικοί θεώρησαν ύποπτο το γεγονός ότι οι 16 από αυτές βρέθηκαν στη Λάρνακα ενώ κατοικούσαν στη Λευκωσία! Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλες οι αλλοδαπές ανακρίθηκαν και καμία δεν παραδέχθηκε τη διάπραξη ποινικού αδικήματος. Σύμφωνα με την αστυνομία, «επειδή δεν φαινόταν ότι στοιχειοθετήθηκε οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα, έγινε εισήγηση προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών και εναντίον τους εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης/απέλασης...». Η Επίτροπος Διοικήσεως επισημαίνει ότι την ημέρα της επιχείρησης υπήρξαν τρεις επιστολές του υπευθύνου της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Λάρνακας, προς τον διοικητή της ΥΑΜ, στις οποίες αναφερόταν ότι οι αλλοδαπές παραδέχθηκαν ότι έβρισκαν πελάτες με σκοπό την πορνεία έναντι αμοιβής. Ωστόσο, από τις καταθέσεις που έδωσαν οι αλλοδαπές στη μητρική τους γλώσσα και μεταφράστηκαν, προκύπτει ότι καμία από αυτές δεν παραδέχθηκε κάτι τέτοιο. Η κ. Νικολαου σημειώνει πως «εύλογα δημιουργείται η εντύπωση ότι η εν λόγω ψευδής αναφορά στις επιστολές για παραδοχή του αδικήματος αποσκοπούσε στην έκδοση των διαταγμάτων απέλασης». Όλες οι αλλοδαπές τελικώς απελάθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες εντός ολίγων ημερών, αν και οι 9 εξ αυτών ήταν αιτήτριες ασύλου και οι αιτήσεις τους δεν είχαν εξεταστεί. Ζητήθηκαν επανειλημμένως και οι θέσεις της διευθύντριας του τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, η οποία δεν απάντησε καν, αν και έχουν περάσει τρία χρόνια.
«Σκούπα» στη Λευκωσία
Η άλλη υπόθεση που εξέτασε η επίτροπος Διοικήσεως ήταν αυτή της επιχείρησης «σκούπα» που διενήργησε η αστυνομία στην παλιά Λευκωσία στις 28 Σεπτεμβρίου 2009. Και σε εκείνη την περίπτωση έγινε λόγος για «στοχευμένη» επιχείρηση, που στόχο είχε την εκτέλεση ενταλμάτων σύλληψης για επεισόδια που είχαν προηγηθεί στο τέμενος «Ομεριέ» μεταξύ αλλοδαπών. Η κ. Νικολάου μετά την επιχείρηση είχε εκδώσει ανακοίνωση με την οποία εξέφραζε «αποτροπιασμό» για τον τρόπο που ενήργησε η αστυνομία. Στη δήλωσή της κ. Νικολάου υπήρξε αντίδραση από την αστυνομία, η οποία υπερασπίστηκε τον τρόπο που ενήργησε και μάλιστα επικαλέστηκε μηνύματα «ευαρέσκειας και ικανοποίησης» που διαβιβάστηκαν από πολίτες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε εκείνη την επιχείρηση που έγινε με αποκλεισμό του κέντρου της Λευκωσίας συνελήφθησαν 12 αλλοδαποί ως ύποπτοι για τα επεισόδια στο «Ομεριέ», αλλά για τους 9 δεν προέκυψε κανένα στοιχείο και αφέθηκαν ελεύθεροι. Επίσης, οι άλλοι τρεις κατηγορήθηκαν γραπτώς και αφέθηκαν ελεύθεροι. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αστυνομία υποστήριξε πως κατά τη σύλληψη και προσαγωγή αλλοδαπών στην αστυνομική διεύθυνση Λευκωσίας ακολουθήθηκαν όλες οι νόμιμες διαδικασίες και λήφθηκαν μέτρα αποτροπής της ταλαιπωρίας των ξένων.
Τεστ αρετής
Για τον τρόπο μαζικής σύλληψης και απέλασης των αλλοδαπών γυναικών, η επίτροπος Διοικήσεως στην έκθεσή της σημειώνει πως δεν προηγήθηκε καμία δικαστική διαδικασία και η απομάκρυνση τους από τη Κύπρο στηρίχθηκε μόνο στις μαρτυρίες των αστυνομικών. Η κ. Νικολάου τονίζει ότι «δεν τηρήθηκαν ουσιώδεις όροι της νόμιμης διαδικασίας απέλασης», ενώ «ο τρόπος με τον οποίο παγιδεύτηκαν οι αλλοδαπές, θέτει θέμα υπέρβασης των θεμιτών ορίων της συγκεκαλυμμένης αστυνομικής δράσης». Η Επίτροπος καθιστά σαφές ότι δεν θα υπήρχε καμία ενέργεια των γυναικών αν δεν είχαν προηγηθεί οι πράξεις των αστυνομικών. Επισημαίνει ακόμα πως προορισμός του νόμου είναι να απαγορεύει στους πολίτες ορισμένες μορφές συμπεριφοράς και είναι άδικο να καλείται ο πολίτης να πράξει αυτό που ο νόμος του απαγορεύει να πράττει. Με απλά λόγια, οι αλλοδαπές δεν μπήκαν μόνες τους στα αυτοκίνητα των αστυνομικών, αλλά προκλήθηκαν να το πράξουν και η σύλληψή τους δεν αποτελούσε αποκάλυψη εγκλήματος... αλλά τεστ αρετής! Η επίτροπος Διοικήσεως τονίζει επίσης ότι το γεγονός πως κάποιες από τις αλλοδαπές που απελάθηκαν ήταν αιτήτριες ασύλου ενδέχεται να συνιστά επαναπροώθηση και παραβίαση της αντίστοιχης θεμελιώδους αρχής του προσφυγικού δικαίου (non - refoulement).
Αόριστοι λόγοι
Για την επιχείρηση «σκούπα» στη Λευκωσία η Επίτροπος σημειώνει πως «η γενικόλογη επίκληση λόγων ασφαλείας, δημόσιας τάξης ή δημόσιου συμφέροντος (...) δεν συνιστά άνευ ετέρου κατάφαση της νομιμότητας της, ή επαρκές αιτιολογικό για την περιστολή ατομικών ελευθεριών και παράκαμψη δικαιοκρατικών εγγυήσεων». Η κα Νικολάου αναφέρει ακόμη η προσαγωγή ατόμων που κυκλοφορούσαν στην παλιά Λευκωσία δεν βασίστηκε σε υπόνοιες για διάπραξη κάποιου αδικήματος αλλά μόνο στο γεγονός της παρουσίας τους στη συγκεκριμένη περιοχή και ιδίως στην εθνοτική τους καταγωγή.
Σεβασμός... με χειροπέδες
Η αστυνομίαισχυρίστηκε ότι κατά την επιχείρηση στην παλιά Λευκωσία επέδειξε σεβασμό στην προσωπικότητα των αλλοδαπών, κάτι με το οποίο δεν συμφωνεί η επ. Διοικήσεως. Η κ. Νικολάου σημειώνει πως η δέσμευση των προσαγομένων με χειροπέδες και η αναπαραγωγή αυτών των εικόνων από τα ΜΜΕ «συνιστά απαξιωτική συμπεριφορά και αντίκειται στη θεμελιώδη υποχρέωση για σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας». Τονίζει επίσης πως η χρήση χειροπέδων «δικαιολογείται μόνο όταν η συμπεριφορά του ατόμου δημιουργεί υπόνοια φυγής και πρέπει να αποτελεί έσχατο μέσο περιορισμού...». Ωστόσο, για την αστυνομία, μάλλον ήταν το πρώτο και όχι το έσχατο μέσο.
Η επίτροπος Διοικήσεως στην έκθεσή της κάνει συγκεκριμένες συστάσεις στην αστυνομία, τονίζοντας πως «οι αστυνομικοί έλεγχοι και οι προσαγωγές πρέπει να γίνονται στο πλαίσιο των νομοθετικών διατάξεων (...) και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει η αλλοδαπή καταγωγή ενός προσώπου να το καθιστά εκ προοιμίου ύποπτο, ούτε και να δίνεται η εντύπωση ότι η αστυνομία επηρεάζεται από προκαταλήψεις και στερεότυπα, συνδέοντας άτομα με την πιθανότητα διάπραξης αδικήματος στη βάση μόνο του χρώματος, της εθνοτικής τους καταγωγής ή της θρησκείας». Καθιστά, επίσης, σαφές ότι, για να ερευνηθεί κάποιος πολίτης, θα πρέπει να υπάρχει ένας αντικειμενικός λόγος, ο οποίος θα συνίσταται στην ύπαρξη εύλογης και εξατομικευμένης υποψίας, η οποία θα μπορεί να συνδεθεί αιτιωδώς με εγκληματική δράση. Το χρώμα του δέρματος, το είδος των ενδυμάτων ή συγκεκριμένες ορατές θρησκευτικές συμπεριφορές δεν αποτελούν αντικειμενικούς λόγους. Η κ. Νικολάου εισηγείται στην αστυνομία την έκδοση εγκυκλίου, που θα προβλέπει με σαφήνεια τους όρους προσαγωγής στα αστυνομικά τμήματα, με τρόπο που να περιορίζει τον κίνδυνο διακρίσεων με τη μορφή του εθνοτικού φακελώματος. Σε ό,τι αφορά στις μαζικές απελάσεις, ξεκαθαρίζεται ότι απαγορεύονται βάση του 4ου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και κατά τη διαδικασία απέλασης πρέπει να δίνονται επαρκείς εγγυήσεις που να διασφαλίζουν ότι οι ατομικές περιστάσεις του κάθε υπό απέλαση ατόμου λήφθηκαν υπόψη με τρόπο γνήσιο και εξατομικευμένο, ενώ θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα άσκησης αποτελεσματικού ενδίκου μέσου κατά της απόφασης απέλασης. Επιπρόσθετα, κρίσιμης σημασίας είναι, κατά την επ. Διοικήσεως, η εξάντληση της διαδικασίας ασύλου σε περίπτωση που τα υπό απέλαση πρόσωπα είναι αιτητές ασύλου, καθώς απέλαση στη χώρα καταγωγής τους συνιστά παραβίαση της αρχής της μη-επαναπροώθησης (non-refoulement) και ενδέχεται να θέσει τη ζωή ή τη σωματική τους ακεραιότητα σε άμεσο κίνδυνο.
Θετική η ηγεσία της αστυνομίας
Μετανάστες αστυνομικοί
Η επίτροπος Διοικήσεως στην έκθεσή της επαναφέρει την πρότασή της για πρόσληψη μεταναστών στην αστυνομία θεωρώντας ότι «ένα τέτοιο μέτρο θα συνέτεινε σε μεγάλο βαθμό στην ένταξη των μεταναστών στην κυπριακή κοινωνία, αλλά και στην εμπέδωση σχέσεων εμπιστοσύνης ανάμεσα στους μετανάστες και το αστυνομικό σώμα, καθώς κοινός στόχος θα είναι η διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης και η πάταξη της εγκληματικότητας». Η κ. Νικολάου αναφέρει πως ο αρχηγός της αστυνομίας την ενημέρωσε πως υπάρχει διάθεση για υλοποίηση της εισήγησης, η οποία, ωστόσο, προσκρούει στη σχετική νομοθεσία και, ειδικότερα, στην απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας ως κριτήριο εγγραφής στο αστυνομικό σώμα. Ήδη πολλοί μετανάστες πρώτης και δεύτερης γενιάς έχουν αποκτήσει την κυπριακή υπηκοότητα και, ως εκ τούτου, έχουν τα τυπικά προσόντα για την πρόσληψή τους στην αστυνομία. Ενδιαφέρον έχουν δείξει αρκετοί Ελληνοπόντιοι, οι οποίοι θεωρούν ότι μπορούν να συμβάλουν στη γεφύρωση των διαφορών και στην απάλειψη των προκαταλήψεων. Η πρόσληψη μεταναστών αντιμετωπίζεται θετικά και από την πολιτική ηγεσία, καθώς φαίνεται να ωριμάζουν οι συνθήκες για να γίνει αποδεκτή η παρουσία τους, όχι μόνο μέσα στην αστυνομία, αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο από την εξασφάλιση θέσεων εξουσίας.
T. Hammamberg
Εθνοτικό φακέλωμα
Ο επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Thomas Hammamberg, από τις 20 Ιουλίου 2009 έχει υπογραμμίσει ότι οι έρευνες και τα μπλόκα που βασίζονται στη φυλή ή τη θρησκεία των υπό έρευνα ατόμων είναι αναποτελεσματικά και προσκρούουν στις αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων . Όπως σημείωσε: «τα πρόσωπα που ανήκουν σε μειονότητες, συχνά υφίστανται ελέγχους από την αστυνομία που τα σταματάει και ζητά έγγραφα ταυτοπροσωπίας, ενώ τα υποβάλλει σε έρευνες και ερωτήσεις. Είναι θύματα του λεγόμενου "εθνοτικού φακελώματος" (ethnic profiling)». Τέτοιες πρακτικές προσκρούουν σε θεμελιώδεις αρχές ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τείνουν, επίσης, να είναι αναποτελεσματικές, καθώς αποθαρρύνουν τον κόσμο από το να συνεργαστεί με την αστυνομία για τη διερεύνηση πραγματικών εγκλημάτων». Η μη κυβερνητική οργάνωση Open Justice Initiative ανέλυσε την έννοια του εθνοτικού φακελώματος. Η έκθεση κατέληξε ότι η πρακτική του εθνοτικού φακελώματος λειτουργεί στην ουσία σαν μπούμεραγκ. Τέτοιες πρακτικές καταλήγουν στο να παραβλέπονται εγκληματίες που δεν εμπίπτουν στο δεδομένο προφίλ. Υποβαθμίζουν, επίσης, το κράτος δικαίου και τις αντιλήψεις για τη δίκαια δράση της αστυνομίας, στιγματίζουν ολόκληρες κοινότητες και απομονώνουν άτομα που θα μπορούσαν να συνεργαστούν με την αστυνομία για τη μείωση του εγκλήματος και την πρόληψη της τρομοκρατίας. Στην έκθεση προτείνονται εναλλακτικές πρακτικές, όπως το φακέλωμα (profiling) στη βάση της ατομικής συμπεριφοράς.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΛΑΤΖΗΣ
Κωδικός άρθρου: 951071
ΠΟΛΙΤΗΣ - 10/06/2010, Σελίδα: 37